Γαμπρός της οικογένειας των Κομνηνών και νόμιμος διεκδικητής του θρόνου της Αυτοκρατορίας. #ΔΦΒ #komninos_dynasty_association
6 subscribers
Jun 7 • 4 tweets • 6 min read
1)Οι νικητές γράφουν την ιστορία.
Κοινότυπο, αλλά αληθινό.
Η Δύση επικράτησε πολιτικά και οικονομικά της Ανατολής και έγραψε την ιστορία της Ευρώπης με τα μέτρα και τα σταθμά της.
Η δυτική ευρωπαϊκή ιστορία υποβάθμισε την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Ανατολής,τη "Βυζαντινή Αυτοκρατορία".
'Ενα κράτος του σκότους και του ερέβους, όπως σκιαγραφήθηκε από τους Δυτικούς.
Της διαπλοκής και της διαφθοράς.
Της αμάθειας και της θρησκοληψίας.
Αίφνης θάμπωσε το φως της έως τότε επίγειας Αυτοκρατορίας του Χριστού και χάθηκε το μεγαλείο της με την εμφάνιση του Καρλομάγνου και της "Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας" του.
Και η στρέβλωση της ιστορικής αλήθειας κορυφώθηκε με το "θαύμα" της εμφάνισης της "Αναγέννησης" του κλασσικού ελληνικού πνεύματος στις πλούσιες εμπορικές πόλεις της Ιταλίας εκ των ενόντων.
"Ξεχάστηκε" το γεγονός ότι η Αναγέννηση προϋπήρχε στην Ανατολή και μεταλαμπαδεύτηκε στη Δύση λόγω των ατυχών εξελίξεων που αφάνισαν τελικά την πρώτη.
Η Αναγέννηση που αποκαλείται "Βυζαντινή Αναγέννηση",προηγήθηκε της Ιταλικής Αναγέννησης και η πρόοδος της κατά την περίοδο της δυναστείας των Παλαιολόγων εμφανίζει μια ομαλή πορεία σύνδεσης, μεταφοράς και συνέχειας μεταξύ τους.
Α) ΠΡΩΙΜΕΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΕΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΕΙΣ.
1. Η Μακεδονική Αναγέννηση (867–1056).
Εμφανίστηκε επί Μακεδονικής δυναστείας, ξεκινώντας από τον Βασίλειο Α'.
Αυτή η εποχή ακολούθησε τη διαμάχη της εικονομαχίας και με την επίλυσή της ήρθε μια ανανεωμένη ανάπτυξη της θρησκευτικής τέχνης,της κλασσικής παιδείας και της λογοτεχνίας.
Τα κύρια χαρακτηριστικά που παρουσιάζει είναι
α. Η αναβίωση της κλασσικής ελληνικής γραμματείας.
Οι μελετητές άρχισαν να συντηρούν, να αντιγράφουν και να μελετούν αρχαία κείμενα,ιδιαίτερα έργα του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ομήρου.
β.Οι Βυζαντινές εγκυκλοπαίδειες.
Συλλογές αναφοράς σε έργα της αρχαιότητας,σε μεγάλο εύρος,όπως η Σούδα, μια τεράστια βυζαντινή εγκυκλοπαίδεια.
γ. Η άνθηση της ιστοριογραφίας.
Μορφές όπως ο Λέων ο Διάκονος και ο Συμεών ο Λογοθέτης αναβίωσαν την κλασσική ιστοριογραφία.
δ. Τέχνη και Αρχιτεκτονική.
Ανανεωμένο ενδιαφέρον για τα κλασσικά θέματα και τη συμμετρία. Μωσαϊκά και τοιχογραφίες αυτής της εποχής δείχνουν μια πιο εκλεπτυσμένη και πνευματική αισθητική.
Η Μακεδονική Αναγέννηση ήταν θεμελιώδης για τη διατήρηση της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς, μεγάλο μέρος της οποίας επηρέασε αργότερα τόσο την Παλαιολόγεια όσο και την Ιταλική Αναγέννηση.
2. Η Αναγέννηση των Κομνηνών (1081–1185 ).
Παρουσιάζεται κατά τη διάρκεια της δυναστείας των Κομνηνών, ιδιαίτερα υπό τον Αλέξιο Α', τον Ιωάννη Β' και τον Μανουήλ Α' Κομνηνό.
Ήταν μια εποχή στρατιωτικής και πολιτικής ανασυγκρότησης που συνδυάστηκε με την ανάπτυξη της πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Την χαρακτηρίζουν
α. Η αυξημένη κλασσική μίμηση.
Οι συγγραφείς διαμόρφωσαν τα έργα τους σε κλασσικά πρότυπα και θέματα, όπως η Αλεξιάδα της Άννας Κομνηνής,στην οποία ακολουθεί το πρότυπο του Θουκυδίδη και άλλων κλασσικών ιστορικών.
β. Η σύνθεση θεολογίας και φιλοσοφίας.
Διανοητές όπως ο Μιχαήλ Ψελλός συνδύασαν τη χριστιανική θεολογία με την κλασσική ελληνική φιλοσοφία.
γ. Η αυλική κουλτούρα.
Μια συγχώνευση αυτοκρατορικού μεγαλείου και λογοτεχνικής εκλέπτυνσης.
Η κλασσική εκπαίδευση έγινε σήμα κατατεθέν της ελίτ.
δ. Η τέχνη.
Συνεχής εκλέπτυνση της μακεδονικής καλλιτεχνικής παράδοσης, με περισσότερη συναισθηματική έκφραση και νατουραλισμό.
Η Αναγέννηση των Κομνηνών έδειξε ότι το Βυζάντιο δεν ήταν ένα στάσιμο μεσαιωνικό κράτος, αλλά κατέφευγε ενεργά στο κλασσικό παρελθόν του με δημιουργικό και εκλεπτυσμένο τρόπο.
Αυτή η εποχή σηματοδότησε επίσης την εμβάθυνση ενός πολιτισμικού χάσματος μεταξύ Ανατολής και Δύσης,το οποίο γεφυρώθηκε εν μέρει από τη διασπορά των Ελλήνων λογίων τον 15ο αιώνα.
2)Β) Η ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΕΙΑ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ (13ος–15ος αι.).
1. Η κλασσική Αναβίωση.
Εντονότερη ενασχόληση με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, ιδιαίτερα τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, εμφανίζεται στην περίοδο της δυναστείας των Παλαιολόγων.
Οι Έλληνες μελετητές όχι μόνο διατήρησαν, αλλά σχολίαζαν, συζητούσαν και ερμήνευαν εκ νέου τα κλασσικά κείμενα, ιδιαίτερα της φιλοσοφίας.
2. Φιλοσοφία και Θεολογία.
Οι έντονες θεολογικές συζητήσεις, όπως η διαμάχη για τον ησυχασμό, οδήγησαν στη φιλοσοφική έρευνα.
Φιλόσοφοι όπως ο Νικηφόρος Γρηγοράς και ο Βαρλαάμ της Καλαβρίας διερεύνησαν τις Ορθόδοξες παραδόσεις με ορθολογιστικές προσεγγίσεις.
Ο Πλήθων Γεμιστός αργότερα υποστήριξε την επιστροφή στην πλατωνική φιλοσοφία, προτείνοντας ακόμη και ένα είδος ελληνικής Αναγέννησης.
3. Λογοτεχνία.
Ιστορικοί όπως ο Γεώργιος Παχυμέρης, ο Νικηφόρος Γρηγοράς και ο Λαόνικος Χαλκοκονδύλης έγραψαν στα ελληνικά της αττικής διαλέκτου και δημιούργησαν τα έργα τους στα πρότυπα των κλασικών ιστορικών,όπως ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης.
Η ποίηση, η ρητορική και η επιστολογραφία άκμασαν μεταξύ των ελίτ και των εκκλησιαστικών τάξεων.
4. Τέχνη και Αρχιτεκτονική.
Η υστεροβυζαντινή τέχνη έδωσε έμφαση στην πνευματικότητα, στο συναίσθημα και στο βάθος της περιγραφής.
Τοιχογραφίες και ψηφιδωτά αυτής της περιόδου, όπως στη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη,εμφανίζουν δυναμικές συνθέσεις και εκφραστικές μορφές.
Η ζωγραφική των εικόνων πήρε πιο προσωπικό, οικείο στυλ και βαθιά στοχαστικό.
5. Η παιδεία.
Ένα σημαντικό μέρος της ελίτ είχε υψηλή μόρφωση.
Τα σχολεία άκμασαν στην Κωνσταντινούπολη και σε πόλεις όπως ο Μυστράς, που έγιναν κέντρα ανθρωπιστικής παιδείας.
Οι βασικοί διανοητές ήταν
α. Ο Μάξιμος Πλανούδης.
Μεταφραστής λατινικών έργων στα ελληνικά, όπως του Βοήθιου και του Κικέρωνα.
Συνέβαλε στην αναζωογόνηση του ελληνικού ενδιαφέροντος για τη δυτική σκέψη.
β. Ο Νικηφόρος Γρηγόρας.
Φιλόσοφος, θεολόγος, ιστορικός. Βασικός παράγοντας στις συζητήσεις για τον Ησυχασμό.
γ. Ο Βαρλαάμ της Καλαβρίας.
Φιλόσοφος και αντίπαλος του Ησυχασμού, που αργότερα έφυγε στη Δύση.
δ. Ο Γρηγόριος Παλαμάς.
Υπερασπιστής του Ησυχασμού. Ανέπτυξε τη μυστικιστική θεολογία των "θείων ενεργειών".
ε. Ο Πλήθων Γεμιστός.
Πλατωνικός φιλόσοφος,ο οποίος επηρέασε τους Ιταλούς ανθρωπιστές,ιδιαίτερα μετά τη Σύνοδο της Φλωρεντίας.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, πολλοί Βυζαντινοί λόγιοι κατέφυγαν στην Ιταλία, παίρνοντας μαζί τους χειρόγραφα και ιδέες και μεταλαμπαδεύοντας τη γνώση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας.
Πυροδότησαν έτσι την Ιταλική Αναγέννηση, ιδιαίτερα την αναβίωση των ελληνικών σπουδών και του πλατωνισμού.
Μορφές όπως ο Πλήθων επηρέασαν άμεσα τον Μαρσίλιο Φιτσίνο, τον κυριότερο Φλωρεντινό ανθρωπιστή και μεταφραστή του Πλάτωνα.
Γ) Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΡΡΟΗ ΣΤΗ ΔΥΣΗ.
1. Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης και η Ελληνική Διασπορά.
Όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη πολλοί βυζαντινοί λόγιοι κατέφυγαν στην Ιταλία, ιδιαίτερα στη Φλωρεντία, τη Ρώμη και τη Βενετία.
Έφεραν μαζί τους πολύτιμα ελληνικά χειρόγραφα, αρχαία φιλοσοφικά κείμενα και βαθιά γνώση της ελληνικής γλώσσας και σκέψης.
Αυτό συνέπεσε με το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τον ανθρωπισμό στη Δύση, δημιουργώντας τις τέλειες συνθήκες για την πολιτιστική μετάδοση.
2. Η αναβίωση της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας στη Δύση.
Πριν από τον 15ο αιώνα, οι δυτικοί μελετητές είχαν περιορισμένη πρόσβαση στα ελληνικά κείμενα, βασιζόμενοι συχνά σε λατινικές μεταφράσεις.
Οι βυζαντινοί μελετητές δίδαξαν τα ελληνικά σε δυτικούς ανθρωπιστές, επιτρέποντας την άμεση μελέτη του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Ομήρου.
Ο Μανουήλ Χρυσολώρας, Έλληνας λόγιος από την Κωνσταντινούπολη, ήταν ο πρώτος που δίδαξε ελληνικά στη Φλωρεντία,ξεκινώντας γύρω στο 1397.
Μαθητές του ήταν οι Λεονάρντο Μπρούνι και Γκουαρίνο ντα Βερόνα, θεμελιώδεις μορφές του ιταλικού ανθρωπισμού.
3. Ο αντίκτυπος στη φιλοσοφία.
Πλατωνισμός και Ανθρωπισμός.
Ο Πλήθων Γεμιστός, ο οποίος παρακολούθησε τη Σύνοδο της Φλωρεντίας (1438–39),
Jun 7 • 5 tweets • 8 min read
1)ΟΙ ΑΣΤΟΙ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑΣ.
Οι έμποροι και οι τεχνίτες στην αυτοκρατορική Κωνσταντινούπολη ζούσαν σε ένα δυναμικό και δομημένο αστικό περιβάλλον που περιστρεφόταν γύρω από το εμπόριο, τις συντεχνίες και την κοινωνική ιεραρχία.
Α) Ο ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΟΥΣ ΡΟΛΟΣ.
1. Οι Έμποροι.
α. Οι αγορές.
Η Κωνσταντινούπολη ήταν ένα σταυροδρόμι μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Οι έμποροι εισήγαγαν μπαχαρικά, μετάξι, πολύτιμα μέταλλα και άλλα είδη πολυτελείας από την Ασία και εξήγαγαν τοπικά προϊόντα όπως κρασί, ελαιόλαδο και υφάσματα.
Οι αγορές λειτουργούσαν σε μεγάλα φόρουμ,σε δημόσιες πλατείες, κατά μήκος της Μέσης Οδού,της κεντρικής οδού της Κωνσταντινούπολης, και σε καθορισμένες εμπορικές περιοχές της πόλης,συμπεριλαμβανομένων περιοχών κατά μήκος του κόλπου και των λιμανιών.
β. Η παρουσία του κράτους.
Το κράτος ρύθμιζε αυστηρά το εμπόριο.
Οι έμποροι λειτουργούσαν υπό αυστηρούς ελέγχους σχετικά με τις τιμές, τα μέτρα και τα σταθμά και τους νόμους εισαγωγών/εξαγωγών.
Το εμπόριο με ξένους, όπως Βενετούς και Γενουάτες επιτρεπόταν αλλά με επιτήρηση.
Οι εμπορικοί φόροι και οι τελωνειακοί δασμοί που εισπράττονταν από τους εμπόρους ήταν μια σημαντική πηγή αυτοκρατορικών εσόδων.
2. Οι τεχνίτες.
Οι τεχνίτες παρήγαγαν αγαθά τόσο για εγχώρια χρήση όσο και για εξαγωγή,όπως μεταξωτά υφάσματα, εικόνες, κοσμήματα, κεραμικά, όπλα και εργαλεία.
α. Οι συντεχνίες.
Κάθε κλάδος της βιοτεχνίας ήταν οργανωμένος σε συντεχνία,η οποία διαχειριζόταν τη μαθητεία,την τιμολόγηση και τον ανταγωνισμό.
Οι συντεχνίες οργάνωναν επίσης τον συντονισμό της παραγωγής για τις μεγάλες κρατικές συμβάσεις.
β. Οι κρατικές συμβάσεις.
Οι ειδικευμένοι τεχνίτες δούλευαν συχνά σε μεγάλα κρατικά ή εκκλησιαστικά έργα, όπως η διακόσμηση της Αγίας Σοφίας ή η κατασκευή στρατιωτικού εξοπλισμού.
Β) ΟΙ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ.
1. Οι κατοικίες των εμπόρων.
Οι πλουσιότεροι έμποροι ζούσαν σε πέτρινα ή πλίνθινα σπίτια, μερικές φορές πολυώροφα, με εσωτερικές αυλές.
Αυτά τα σπίτια βρίσκονταν σε ευημερούσες συνοικίες κοντά στις αγορές, στο λιμάνι ή κατά μήκος της Μέσης,της κύριας οδού της πόλης.
Τα σπίτια τους ήταν σχετικά άνετα, συχνά εξοπλισμένα με τρεχούμενο νερό από τα υδραγωγεία της πόλης, ιδιωτικά παρεκκλήσια και μωσαϊκά δάπεδα.
Οι λιγότερο πλούσιοι έμποροι ζούσαν σε λιτές κατοικίες, μερικές φορές πάνω από τα καταστήματά τους ή σε συγκροτήματα διαμερισμάτων.
Οι γειτονιές των εμπόρων ήταν κοσμοπολίτικες, ειδικά κοντά στο λιμάνι, όπου ζούσαν και εργάζονταν και ξένοι έμποροι,Βενετοί, Εβραίοι, Σύροι σε ξεχωριστές συνοικίες.
2. Οι κατοικίες των τεχνιτών.
Οι περισσότεροι τεχνίτες ζούσαν σε μικρά, κοινόχρηστα ή οικογενειακά σπίτια, συχνά κατασκευασμένα από ξύλο ή φθηνότερη τοιχοποιία, κοντά στα εργαστήριά τους.
Ήταν συνηθισμένο για τους τεχνίτες να κατοικούν πάνω ή δίπλα από τα εργαστήρια τους, τα οποία περιστοιχίζονταν από δρόμους της αγοράς και συγκεντρώνονταν σε ζώνες ειδικές για κάθε συντεχνία.
Οι γειτονιές τους είχαν πρόσβαση σε δημόσιες ανέσεις όπως στέρνες, αρτοποιεία και λουτρά, αλλά ήταν συνήθως πυκνοκατοικημένες και θορυβώδεις.
Οι βιοτεχνικές συνοικίες είχαν ισχυρή τοπική ταυτότητα.
Οι συντεχνίες διοργάνωναν θρησκευτικές εκδηλώσεις, φεστιβάλ και παρείχαν αλληλοβοήθεια, ενισχύοντας την κοινωνική συνοχή.
Γ) ΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ.
Το κρατικό σύστημα ρύθμισης των αγορών εξασφάλιζε οικονομική αποτελεσματικότητα,έλεγχο και σταθερή προσφορά αγαθών και υπηρεσιών τόσο για τους πολίτες όσο και για την αυτοκρατορία.
1. Οι έμποροι.
α. Άδειες εμπορίας και φορολόγηση.
Οι έμποροι χρειάζονταν κρατική άδεια για να εμπορεύονται.
Φορολογούνταν μέσω των τελωνειακών δασμών,των διοδίων και των τελών αγοράς.
β. Έλεγχοι τιμών.
Το κράτος επέβαλε ανώτατα όρια τιμών στα βασικά αγαθά, ιδίως στα σιτηρά και το ψωμί, για να αποτρέψει τον πληθωρισμό και την κοινωνική αναταραχή.
γ. Κρατικά μονοπώλια.
Κάποιες δραστηριότητες,όπως η παραγωγή μεταξιού, ήταν κρατικό μονοπώλιο.
Οι έμποροι σε αυτές τις περιπτώσεις λειτουργούσαν σαν εμπορικοί αντιπρόσωποι της αυτοκρατορίας και όχι σαν ανεξάρτητοι.
2)δ. Οι ξένοι έμποροι.
Οι μη Ρωμαίοι έμποροι,Βενετοί, Γενουάτες, Εβραίοι, Άραβες, επιτρεπόταν να δραστηριοποιούνται αλλά περιορίζονταν σε ορισμένες περιοχές, υπόκεινταν σε επιτήρηση και μερικές φορές απαιτούνταν να εμπορεύονται μέσω Ρωμαίων μεσαζόντων.
2. Οι τεχνίτες.
α. Ο κανονισμός της συντεχνίας.
Οι τεχνίτες οργανώνονταν σε συντεχνίες,που λειτουργούσαν η καθεμία κάτω από ένα σύνολο αυτοκρατορικών κανόνων που αφορούσαν τη μαθητεία και την κατάρτιση,την ποιότητα και ποσότητα της παραγωγής,την τιμολόγηση των αγαθών,τους μισθούς,τις ώρες εργασίας και την τήρηση των αργιών.
β. Η κρατική εποπτεία.
Οι συντεχνίες αναφέρονταν σε διορισμένους από το κράτος αξιωματούχους, όπως ο έπαρχος της πόλης, οι οποίοι εφάρμοζαν τους κανονισμούς και επέλυαν τις διαφορές.
Για μεγάλα δημόσια ή θρησκευτικά έργα οι τεχνίτες απασχολούνταν απευθείας από το κράτος, το οποίο ρύθμιζε τα υλικά, τα σχέδια και τους μισθούς.
Δ) Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΟΔΟ.
Στην αυτοκρατορική Κωνσταντινούπολη, η κοινωνική ανέλιξη των εμπόρων και των τεχνιτών ήταν δυνατή,αλλά περιοριζόταν από μια άκαμπτη κοινωνική δομή.
Ενώ το ρωμαϊκό σύστημα επέτρεπε κάποιο περιθώριο για κοινωνική άνοδο,ιδίως μέσω του πλούτου ή της αυτοκρατορικής εύνοιας, διατηρούσε σε μεγάλο βαθμό τις παραδοσιακές ιεραρχίες που εκτιμούσαν την ευγενή καταγωγή και την αυτοκρατορική υπηρεσία.
1. Οι έμποροι.
Οι επιτυχημένοι έμποροι μπορούσαν να συγκεντρώσουν σημαντικό πλούτο, που μερικές φορές τους επέτρεπε να αγοράζουν γη, να κτίζουν εκκλησίες ή να χρηματοδοτούν δημόσια έργα,που ήταν τρόποι για να αποκτήσουν κοινωνική αναγνώριση.
Κάποιοι τελούσαν γάμους με την κατώτερη αριστοκρατία ή λάμβαναν τιμητικούς τίτλους,όπως του κομμερκιάριου που ήταν ένα επίσημο κρατικό αξίωμα που αφορούσε το εμπόριο.
Παρά τον πλούτο τους, οι έμποροι αντιμετωπίζονταν συχνά με καχυποψία από την αριστοκρατία, η οποία εκτιμούσε την ιδιοκτησία γης και τη στρατιωτική θητεία παρά το εμπόριο.
Η κοινωνική προκατάληψη περιόριζε την πρόσβαση σε υψηλά πολιτικά αξιώματα, αν και υπήρξαν εξαιρέσεις υπό τους αυτοκράτορες που εκτιμούσαν την οικονομική πραγματικότητα.
2. Οι τεχνίτες.
Μέσα στις συντεχνίες ένας τεχνίτης μπορούσε να εξελιχθεί από μαθητευόμενος σε αρχιτεχνίτη, αποκτώντας σεβασμό, ηγετικό ρόλο και μεγαλύτερο εισόδημα.
Ένας αρχιτεχνίτης με ιδιαίτερη ικανότητα, όπως αγιογράφος ή χρυσοχόος,μπορούσε να εργάζεται για την αυτοκρατορική Αυλή ή την Εκκλησία, ενισχύοντας τη φήμη και την οικονομική του κατάσταση.
Οι τεχνίτες σπάνια ανέβαιναν πάνω από την τάξη τους εκτός κι αν μεταπηδούσαν σε ρόλο εμπόρου ή λάμβαναν αυτοκρατορική υποστήριξη.
Οι περισσότεροι παρέμεναν σε μια κληρονομική βιοτεχνική παράδοση,στενά συνδεδεμένοι με μια συγκεκριμένη συντεχνία.
Ε) Η ΕΝΤΑΞΗ ΣΕ ΣΥΝΤΕΧΝΙΑ.
Στην Κωνσταντινούπολη η συμμετοχή στη συντεχνία ήταν στο επίκεντρο της ζωής των τεχνιτών και ορισμένων τύπων εμπόρων. Αυτές οι συντεχνίες, γνωστές ως «κολέγια» ή «συστήματα», ήταν επίσημα εγκεκριμένες επαγγελματικές οργανώσεις που ρύθμιζαν σχεδόν κάθε πτυχή της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας μιας συγκεκριμένης βιοτεχνικής παραγωγής.
1. Η οργάνωση και η δομή της συντεχνίας.
Οι συντεχνίες οργανώνονταν ανά επάγγελμα,αρτοποιοί, κρεοπώλες, μεταλλουργοί, μεταξουργοί, οικοδόμοι, υαλουργοί κλπ.
Κάθε συντεχνία είχε κανόνες και ιεραρχία, που συνήθως περιλάμβαναν ρόλους όπως μαθητευόμενος, τεχνίτης και αρχιτεχνίτης.
Είχαν προστάτες αγίους, έκαναν γιορτές και συμμετείχαν σε θρησκευτικές και αστικές τελετές.
2. Ο κανονισμός της συντεχνίας.
Η ιδιότητα του μέλους ήταν υποχρεωτική για οποιονδήποτε ασκούσε το επάγγελμα του τεχνίτη.
Οι συντεχνίες καθόριζαν την
εκπαίδευση και την πιστοποίηση νέων μελών,τον ποιοτικό έλεγχο και την τιμολόγηση των υπηρεσιών,τις συνθήκες και ώρες εργασίας.
Υπόκεινταν σε άμεση εποπτεία από τον έπαρχο της Βασιλεύουσας, ο οποίος εφάρμοζε τους αυτοκρατορικούς κανονισμούς.
3. Ο οικονομικός ρόλος της συντεχνίας.
Ορισμένες συντεχνίες είχαν μονοπωλιακά δικαιώματα στην παραγωγή και πώληση συγκεκριμένων αγαθών στην πρωτεύουσα.
Jun 7 • 4 tweets • 7 min read
1)Παρά το γεγονός ότι η άνοδος της μακεδονικής δυναστείας στο θρόνο ευνόησε αρχικά την οικογένεια των Σκληρών, η συνέχεια δεν υπήρξε ανάλογη. Από τις αρχές του 10ου αιώνα η θέση της οικογένειας περιορίστηκε σε σημασία, λόγω της παρουσίας στο προσκήνιο των Φωκάδων, οι οποίοι κυριάρχησαν στη στρατιωτική ιεραρχία. Στην περίοδο αυτή πρέπει να αναζητηθούν οι απαρχές της πολιτικής αντιπαλότητας ανάμεσα σε αυτές τις δύο ισχυρές οικογένειες. Η εύνοια του αυτοκράτορα Λέοντος Στ΄ (886-912) προς τους Φωκάδες και ο παραμερισμός των Σκληρών πρέπει να έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην προσχώρηση των τελευταίων στο Ρωμανό Α΄ Λεκαπηνό. Η υποστήριξη που προφανώς του παρείχαν κατά την άνοδό του στο θρόνο είχε ως αποτέλεσμα να επανέλθουν την περίοδο της βασιλείας του στο πολιτικό προσκήνιο και στις ανώτερες θέσεις του στρατεύματος, αντικαθιστώντας τους Φωκάδες. Ο Πανθήριος Σκληρός έλαβε τον τίτλο του βασιλικού πρωτοσπαθαρίου και διατέλεσε στρατηγός Λυκανδού, στρατηγός Θρακησίων, ενώ το 944 διαδέχτηκε τον Ιωάννη Κουρκούα στο αξίωμα του δομέστικου των σχολών. Όμως, η επαναφορά στη δυναστική νομιμότητα με την άνοδο του Κωνσταντίνου Ζ΄ Πορφυρογέννητου (945-959) στο θρόνο σήμανε άλλη μία φορά την υποβάθμιση και τον παραμερισμό των Σκληρών για χάρη των Φωκάδων.
Ο επόμενος σημαντικός εκπρόσωπος της οικογένειας, ο Βάρδας Σκληρός, εμφανίζεται το 956 να κατέχει τον τίτλο του πατρικίου και το χαμηλόβαθμο αξίωμα του στρατηγού Καλουδίων. Ο Βάρδας Σκληρός είχε δύο αδέλφια, τον Κωνσταντίνο, ο οποίος έλαβε επίσης τον τίτλο του πατρικίου, χωρίς ωστόσο να λάβει κάποιο ιδιαίτερο στρατιωτικό αξίωμα, και τη Μαρία. Κατά μία άποψη, πατέρας τους ήταν ο Πανθήριος Σκληρός, ενώ κατά μία άλλη κάποιος ονόματι Φωτεινός Σκληρός, και μητέρα του μάλλον η Γρηγορία, η οποία καταγόταν από την οικογένεια του Βασιλείου Α΄. Ο γάμος της αδελφής του Βάρδα και του Κωνσταντίνου, της Μαρίας Σκλήραινας, με τον Ιωάννη Τζιμισκή, στρατηγό των Ανατολικών, καθόρισε εν πολλοίς τη θέση και την εξέλιξη της οικογένειας μετά τα μέσα του 10ου αιώνα. Οι Σκληροί παρέμειναν στο περιθώριο έως και το τέλος της βασιλείας του Νικηφόρου Β΄ Φωκά. Μετά τη δολοφονία του τελευταίου και την άνοδο του Τζιμισκή στο θρόνο, οι Φωκάδες έχασαν την κυρίαρχη θέση που κατείχαν έως τότε στο πολιτικό προσκήνιο. Οι Σκληροί, παρά το γεγονός ότι η σύζυγος του Τζιμισκή πρέπει να είχε ήδη πεθάνει πριν από την άνοδό του στο θρόνο, διατήρησαν στενές σχέσεις με το νέο αυτοκράτορα και ανέλαβαν υψηλόβαθμες θέσεις στο στράτευμα. Από την εποχή αυτή και έως το 989 διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα πολιτικά δρώμενα της αυτοκρατορίας, φθάνοντας να συγκρουστούν με τη μακεδονική δυναστεία και να διεκδικήσουν, στο πρόσωπο του σημαντικότερου εκπροσώπου τους, του Βάρδα Σκληρού, τον αυτοκρατορικό θρόνο.
Ο Βάρδας Σκληρός έλαβε το 970 τον τίτλο του μαγίστρου και το αξίωμα του στρατηλάτη Ανατολής και πρωταγωνίστησε τόσο στις εκστρατείες εναντίον των Ρως στη Βουλγαρία (970-971), όσο και στην καταστολή της στάσης του Βάρδα Φωκά. Προσωρινά η οικογένεια φάνηκε να αποκτά στο στράτευμα και στην πολιτική ζωή την πρωταγωνιστική θέση που είχαν τα προηγούμενα χρόνια οι Φωκάδες, ωστόσο το διάστημα 972-974 πρέπει να έπεσε στη δυσμένεια του αυτοκράτορα, πιθανότατα λόγω κάποιας συνωμοσίας που προσπάθησε να οργανώσει ο Βάρδας Σκληρός κατά του Τζιμισκή. Το 974 ο Βάρδας επανήλθε στο αξίωμα του στρατηλάτη και μαζί του η οικογένεια φαίνεται ότι επανέκτησε την κυρίαρχη θέση της. Ωστόσο, η πολιτική του Τζιμισκή, που αποσκοπούσε στην επάνοδο των νόμιμων εκπροσώπων της μακεδονικής δυναστείας στο θρόνο, περιόριζε σαφώς τις πολιτικές βλέψεις των Σκληρών, οι οποίοι, με δεδομένο τον παραμερισμό των αντιπάλων τους Φωκάδων, έβλεπαν πιθανώς στη στενή σχέση που τους συνέδεε με τον αυτοκράτορα μια ευκαιρία να αποτελέσουν τη διάδοχη κατάσταση στην κηδεμονία της μακεδονικής δυναστείας από τις ισχυρές στρατιωτικές οικογένειες της Μικράς Ασίας.
2)Ο στρατηγός Βάρδας Σκληρός ανήκε στην πλούσια οικογένεια των Σκληρών, που είχαν στην ιδιοκτησία τους τεράστιες εκτάσεις στην ανατολική Μικρά Ασία. Ήταν απόγονος εκ μητρός του αυτοκράτορα Βασιλείου Α’ και είχε αποκτήσει εξαιρετική φήμη μετά τη μεγάλη νίκη στη μάχη της Αρκαδιούπολης, όταν απέκρουσε έναν στρατό από Ρως και Πετσενέγους επιφέροντας βαρύτατες απώλειες στον εχθρό, ενώ οι απώλειες των Βυζαντινών ήταν ελάχιστες. Την ίδια χρονιά, το 970, είχε κληθεί να αντιμετωπίσει τη στάση του Βάρδα Φωκά στη Μ.Ασία, και το έκανε με επιτυχία, ενώ ο Βάρδας Φωκάς (ανιψιός του Νικηφόρου Α΄Φωκά) εξορίστηκε στην Αμάσεια του Πόντου.
Μετά από αυτές τις επιτυχίες, ο Σκληρός έγινε έμπιστος του αυτοκράτορα Ιωάννη Α’ Τσιμισκή, του οποίου μάλιστα ήταν συμπατριώτης και κουνιάδος. Μετά το θάνατο του Τσιμισκή, θεωρήθηκε επικίνδυνος από τον ισχυρό άντρα του Βυζαντίου, τον ευνούχο Βασίλειο Λεκαπηνό (κηδεμόνα του Βασιλείου Β’) και καθαιρέθηκε από το κορυφαίο αξίωμα του Δομέστικου των Σχολών. Μετά από αυτό, και με πρόφαση την απόδοση δικαιοσύνης για τον ύποπτο θάνατο του Τσιμισκή (που ίσως δηλητηριάστηκε από τον Λεκαπηνό), ο Βάρδας Σκληρός στασίασε και ήγειρε αξιώσεις για τον θρόνο.
Βρήκε πολλούς υποστηρικτές στις διεκδικήσεις του, ιδιαίτερα στη Μ. Ασία κερδίζοντας συμμάχους ανάμεσα σε Αρμένιους, Γεωργιανούς, ακόμα και Μουσουλμάνους. Σύμφωνα με τον Μιχαήλ Ψελλό, ο Βάρδας Σκληρός τα είχε όλα: ήταν πολύ ικανός στον σχεδιασμό, εξαιρετικά έξυπνος στην τακτική, είχε τεράστιο πλούτο, είχε το κύρος του βασιλικού αίματος, είχε δοξαστεί από νίκες σε μεγάλες μάχες και είχε την υποστήριξη ολόκληρου του στρατιωτικού κατεστημένου.
Μετά την αποτυχία της επανάστασης ο Σκληρός και η οικογένειά του, αποσύρθηκαν στη Βαγδάτη το 980. Κατοικούσαν σε αξιότιμη αιχμαλωσία στην αυλή του Άραβα χαλίφη για έξι χρόνια, ονειρευόμενοι την εισβολή στο Βυζάντιο. Το 987 ο Σκληρός τελικά ανακλήθηκε στην πατρίδα του από τον Βάρδα Φωκά, ο οποίος εκμεταλλεύτηκε τους βουλγαρικούς πόλεμους του τσάρου Σαμουήλ Κομητόπουλου για να διεκδικήσει το στέμμα. Ο Βάρδας Σκληρός συγκέντρωσε άμεσα ένα στρατό για να υποστηρίξει τον σκοπό του Βάρδα Φωκά, αλλά τα σχέδιά του να επωφεληθεί από τις συνακόλουθες αναταραχές έμειναν ανεκπλήρωτα όταν ο Βάρδας Φωκάς τον φυλάκισε.
Μετά το θάνατο του Φωκά στη Μάχη της Αβύδου (989), ο Σκληρός τον διαδέχτηκε ως ηγέτης της επανάστασης: «Η αλήθεια ήταν, οι άνδρες που είχαν στρατολογηθεί στο στρατό του Σκληρού δεν πλέον χωρίζονταν πλέον στις πίστεις τους: ο κάθε ένας από αυτούς ήταν ανακηρυγμένος επαναστάτης. Ο αρχηγός τους τους ενέπνευσε με τη δική του αποφασιστικότητα και τους δέσμευσε σε ένα συνεκτικό σύνολο. Με εύνοιες κέρδισε την πίστη τους, με την καλοσύνη του κέρδισε την αφοσίωσή τους. Συμφιλίωσε τις διαφορές τους, έτρωγε στο ίδιο τραπέζι με τους άνδρες του, έπινε από το ίδιο ποτήρι, τους καλούσε με το όνομά τους, και με την κολακεία του τους σύνδεσε με την υποταγή σε αυτόν» (Μιχαήλ Ψελλός).
ΤΟ ΑΚΡΙΤΙΚΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ΒΆΡΔΑ ΣΚΛΗΡΟΎ
Η ιστορία του Βάρδα Σκληρού στην Περσία (Βαγδάτη - Βαβυλώνα κατά τους βυζαντινούς ιστορικούς) μοιάζει με παραμύθι. Ο βασιλιάς Χοσρόης (Άραβας Χαλίφης) αντιμετωπίζει την εξέγερση ενός γνήσιου Πέρση (όχι Αραβικής καταγωγής) απόγονου των Αχαιμενιδών, του Ίναργου. Ο Ίναργος κυριαρχεί στις μάχες, ενισχυμένος από 20.000 Τούρκους που στρατολόγησε από την Ανατολή. Τα στρατεύματα του Χαλίφη της Βαγδάτης (“βασιλιά” και “Βαβυλώνιο”τον αποκαλούν οι Βυζαντινοί ιστορικοί) ηττώνται σε κάθε μάχη, και ο Ίναργος προβαίνει σε γενοκτονία του Αραβικού πληθυσμού. Δεν έχει άλλη διέξοδο ο Χαλίφης παρά να απελευθερώσει τον αιχμάλωτο Ρωμαίο στρατηγό, και να του αναθέσει την διοίκηση ενός αποσπάσματος από άλλους Ρωμαίους αιχμάλωτους των Περσών. Ο Σκληρός κατ΄αρχάς φέρνει αντιρρήσεις γιατί πιστεύει πως οι ταλαιπωρημένοι από την φυλάκιση άντρες δεν θα μπορούν να πολεμήσουν. Από την άλλη αρνείται να διοικήσει στράτευμα Σαρακηνών. Έτσι, τελικά, αναλαμβάνει να οργανώσει τους Ρωμαίους αιχμαλώτους.
May 25 • 4 tweets • 6 min read
1)Στην αυτοκρατορία της Τραπεζούντας εδράσαν μεγάλες οικογένειες όπως οι Δωρανίτες,οι Καβαζίτες,οι Μειζομάτες,οι Καμαχηνοί,οι Τζανιχίτες,οι Αμυτζανταράντες κ.ο.κ Επρόκειτο ουσιαστικά για μεγάλους γαιοκτήμονες που αρχικά συνετέλεσαν στην εδραίωση των Μεγάλων Κομνηνών στην Τραπεζούντα και στην συνέχεια παρείχαν έμψυχο δυναμικό και υλική υποστήριξη στην αυτοκρατορία με τα ανάλογα ανταλλάγματα βέβαια. Οι οικογένειες αυτές διέθεταν γη και δρούσαν ως επί το πλείστον στο θέμα της Χαλδίας, στην ραχοκοκαλιά της Αυτοκρατορίας των Μεγάλων Κομνηνών. Η σπουδαία στρατηγική θέση τους τους επέτρεπε να ελέγχουν τα πολύ σημαντικά μονοπάτια προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και τους δρόμους που συνέδεαν την Γεωργία με τα τουρκικά εδάφη.
Ο αριστοκρατικός οίκος των Καβαζιτών, που καταγόταν από την περιοχή της Μεσοχαλδίας, απαντάται πρώτη φορά το 1204, την περίοδο δηλαδή της ίδρυσης της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. Η οικογένεια των Καβαζιτών εμφανίζεται να συγκαταλέγεται ανάμεσα στις αυτόχθονες οικογένειες του Πόντου οι οποίες ενίσχυσαν τους Μεγαλοκομνηνούς στην προσπάθειά τους να εδραιωθούν στην επικράτεια, παρέχοντας υλική και προσωπική υποστήριξη. Στοιχεία για τα μέλη της οικογένειας την περίοδο εκείνη δεν υπάρχουν.
Το 14ο αιώνα η οικογένεια των Καβαζιτών γνώρισε μεγάλη ακμή και συγκαταλεγόταν ανάμεσα στις πιο πλούσιες οικογένειες γαιοκτημόνων. Διέθετε κτήματα στη Μεσοχαλδία, περιοχή στην οποία δραστηριοποιήθηκε κατά κύριο λόγο, ενώ παράλληλα τα μέλη της ανήλθαν στην ιεραρχική κλίμακα των αξιωμάτων της αυτοκρατορικής αυλής λαμβάνοντας αξιώματα όπως του πρωτοβεστιαρίου, του μεγάλου λογαριαστή και του μεγάλου δούκα. Την περίοδο αυτή επιφανή μέλη του οίκου ενεπλάκησαν ενεργά στα πολιτικά δρώμενα. Επίσης, Καβαζίτες εμφανίζονται ως χορηγοί εκκλησιαστικών και μοναστικών ιδρυμάτων.
Μετά την παράδοση της Τραπεζούντας στους Οθωμανούς το 1461, η οικογένεια των Καβαζιτών μαζί με τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας και με άλλα μέλη της αριστοκρατίας μεταφέρθηκαν αρχικά στην Κωνσταντινούπολη με οθωμανικό πλοίο και στη συνέχεια σε μια περιοχή κοντά στις Σέρρες, όπου ο Οθωμανός σουλτάνος Μωάμεθ Β' (1444-1481) τους παραχώρησε μεγάλες εκτάσεις. Το όνομα της οικογένειας παρέμεινε για πολλά χρόνια ζωντανό στη μνήμη του ποντιακού λαού μετά την εγκαθίδρυση της οθωμανικής κυριαρχίας.
Σημαντικός ήταν ο ρόλος που διαδραμάτισαν τα μέλη του οίκου των Καβαζιτών στα πολιτικά δρώμενα, συμμετέχοντας ενεργά στις εμφύλιες διενέξεις που έπληξαν την αυτοκρατορία κατά τη δεκαετία του 1340. Την περίοδο αυτή οι μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες αποτελούσαν πυρήνες οργάνωσης στασιαστικών κινημάτων, που συχνά, λόγω και των μεταξύ τους διαφορών, έπαιρναν διαστάσεις εμφύλιων πολέμων. Η οικογένεια των Καβαζιτών διαδραμάτισε ενεργό ρόλο σε αυτές τις εμφύλιες διαμάχες και στο πλαίσιό τους συνεργάστηκε πολλές φορές και με άλλες αριστοκρατικές οικογένειες της Τραπεζούντας, όπως τους Σχολάριους, τους Δωρανίτες, τους Καμαχηνούς και τους Τζανιχίτες, με σκοπό την απόκτηση όλο και μεγαλύτερης πολιτικής δύναμης και της συμφέρουσας για τους ίδιους κοινωνικοπολιτικής ισορροπίας.
Οι Καβαζίτες, αν και πολλές φορές στην ιστορική τους πορεία εμφανίζονται να στρέφονται κατά της αυτοκρατορικής εξουσίας, ωστόσο ήταν βασικοί υπερασπιστές της άμυνας της αυτοκρατορίας από τους Τουρκομάνους γείτονες ή από άλλους εξωτερικούς κινδύνους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο δούκας της Χαλδίας Ιωάννης Καβαζίτης, ο οποίος τον Αύγουστο του 1355 απελευθέρωσε την περιοχή της Χερίανας που βρισκόταν στην κατοχή των Τουρκομάνων,ενώ αξιοσημείωτη είναι και η προσφορά του τότε μεγάλου δούκα, μεγάλου λογαριαστή παλαιότερα, Ιωάννη Καβαζίτη, που σκοτώθηκε κατά πάσα πιθανότητα σε ναυμαχία με τους Γενουάτες έξω από τον Καφφά, μαζί με τον Μιχαήλ Τζανιχίτη, την περίοδο της βασιλείας του Μιχαήλ Μεγάλου Κομνηνού (1341, 1344-1349).
2)Η πολιτική δράση της οικογένειας των Καβαζιτών κορυφώθηκε κατά τις εμφύλιες διενέξεις που ξέσπασαν στην Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας την περίοδο της βασιλείας της Ειρήνης Παλαιολογίνας (1340-1341) και συνέχισαν να ταλαιπωρούν και να διχάζουν το κράτος μέχρι και τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Αλεξίου Γ' Μεγάλου Κομνηνού (1349-1390). Η αριστοκρατία της Τραπεζούντας, που αντιπροσωπευόταν τη χρονική εκείνη στιγμή κυρίως από δύο ομάδες, τους Σχολάριους, με την κωνσταντινουπολίτικη παράδοση, και τους αυτόχθονες Αμυτζαντάριους, έλαβε αφορμή από το κενό εξουσίας που δημιουργήθηκε μετά το θάνατο του Βασιλείου Μεγάλου Κομνηνού (1332-1340), λόγω της απουσίας απογόνου από τη νόμιμη σύζυγό του Ειρήνη Παλαιολογίνα (1340-1341), και από την αδυναμία της τελευταίας να επιβληθεί. Η οικογένεια των Καβαζιτών συντάχθηκε με το μέρος των Σχολαρίων και συνεργάστηκε στενά μαζί τους αρκετές φορές. Έτσι, το 1340 οι Καβαζίτες εμφανίζονται με τις οικογένειες των Δωρανιτών, Μειζοματών και Καμαχηνών να στηρίζουν τους Σχολάριους στον αγώνα τους κατά της Ειρήνης Παλαιολογίνας και να οχυρώνονται μαζί τους στη μονή του Αγίου Ευγενίου, η οποία και αποτέλεσε το κέντρο των επιχειρήσεων τους εναντίον της. Από την οικογένεια των Καβαζιτών αναφέρεται ονομαστικά στις πηγές το πρόσωπο του Λέοντος Καβαζίτη και του μεγάλου δούκα Ιωάννη Καβαζίτη. Ωστόσο δεν είναι γνωστό ποια ακριβώς ήταν η ανάμειξή τους στα γεγονότα αλλά ούτε και η τύχη τους στη συνέχεια.
Ενδεχόμενη ανάμειξη των Καβαζιτών στις προσπάθειες των αριστοκρατών να ανατρέψουν την Άννα Αναχουτλού (1341-1342) δεν μαρτυρείται με σαφήνεια, αναφέρονται ωστόσο στη συνέχεια ως υποστηρικτές του αντιπάλου της, Μιχαήλ Μεγάλου Κομνηνού. Για την ακρίβεια, μετά την αποτυχημένη εξέγερση στη μονή του Αγίου Ευγενίου, το όνομα της οικογένειας εμφανίζεται ξανά στο πολιτικό προσκήνιο της αυτοκρατορίας την περίοδο της βασιλείας του Μιχαήλ Μεγάλου Κομνηνού (1344-1349) και ως φαίνεται είχαν στραφεί και αυτοί εναντίον του Ιωάννη Γ΄ Μεγάλου Κομνηνού (1342-1344). Αφότου ο Μιχαήλ ανέβηκε στο θρόνο, οι Καβαζίτες τιμήθηκαν με υψηλά αξιώματα από τον νέο αυτοκράτορα, όπως και άλλα μέλη της αριστοκρατίας, για τη βοήθεια που του είχαν παράσχει προκειμένου να επιστρέψει από την εξορία στην Κωνσταντινούπολη και να στεφθεί στην Τραπεζούντα. Έτσι, ο Λέων Καβαζίτης ανέλαβε το αξίωμα του μεγάλου δομεστίκου, ενώ ο μέγας δούκας Ιωάννης Καβαζίτης ανέλαβε επιπλέον το αξίωμα του μεγάλου λογαριαστή. Λίγο αργότερα, ωστόσο, το Νοέμβριο του 1345, ο Λέων Καβαζίτης συνελήφθη μαζί με άλλα μέλη της αριστοκρατίας, όπως ο μέγας δούκας Νικήτας Σχολάρης, λόγω της υποψίας του αυτοκράτορα για ενδεχόμενη συμμετοχή τους στην οργάνωση νέων συνωμοσιών εναντίον του.
Την περίοδο της βασιλείας του Αλεξίου Γ' Μεγάλου Κομνηνού (1349-1390) η οικογένεια των Καβαζιτών εξακολούθησε να πρωταγωνιστεί στα πολιτικά δρώμενα της αυτοκρατορίας. Έτσι, τον Ιανουάριο του 1351 ο Αλέξιος αντιμετώπισε νέα συνωμοσία που είχε οργανωθεί από τον τότε πρωτοβεστιάριο Λέοντα Καβασίτη. Ο αυτοκράτορας διέταξε τη σύλληψη του Καβασίτη και το διορισμό του μεγάλου στρατοπεδάρχηΘεοδώρου Δωρανίτη (Πιλέλη) στη θέση του. Ενδεικτική της έντασης που υπήρχε στις σχέσεις του Αλεξίου Γ' Μεγάλου Κομνηνού με την οικογένεια των Καβαζιτών ήταν και η απόπειρα δολοφονίας εναντίον τού αυτοκράτορα στο ποτάμι του Αγίου Γρηγορίου, στην τοποθεσία Καταβατός, η οποία οργανώθηκε στις 27 Οκτωβρίου 13637 από τους Καβαζίτες με τη συνεργασία του Γεώργιου Σχολάριου. Οι Καβαζίτες συνελήφθησαν, ο Σχολάριος διέφυγε στην Αμισό ενώ τέθηκε σε περιορισμό ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Νήφων στη μονή Σουμελά ως συνεργός στη συνωμοσία.
Το 15ο αιώνα, την περίοδο της βασιλείας του Αλεξίου Δ' Μεγάλου Κομνηνού (1417-1429), οι οίκοι των Καβαζιτών και των Σχολαρίων ήταν οι υπαίτιοι για τη δολοφονία του ίδιου του αυτοκράτορα.
May 19 • 4 tweets • 6 min read
1)"Σουλεϊμάν και Οθωμανική Διοίκηση"
Αρσενοκοίτες, κίναιδοι και παιδόφιλοι
διοικούσαν επί αιώνες την Οθωμανική Αυτοκρατορία,
με το «Οθωμανικό Δίκαιο».
Τα ανώτατα αξιώματα καταλάμβαναν οι «απόφοιτοι» του Enderûn(ενδότερα του παλατιου, ανδρικό χαρέμι,το δεύτερο τού Σουλτάνου) με αγόρια και άντρες!
Ένα κράτος gay pride η Τουρκία, διαχρονικά και δυστυχώς αντί να τους προβάλλουμε ως παράδειγμα προς αποφυγήν, ειδικότερα τα τελευταία χρόνια ακολουθούμε τα βήματα τους αλλά και ακόμη χειρότερα(γάμοι μεταξύ ομοφυλοφίλων,τεκνοθεσίες, κτλ.).
Ωστόσο, σιγή Ιχθύος στο σήριαλ του «Μεγαλοπρεπούς» Αρσενοκοίτη για το «Αρσενικό Χαρέμι» Enderûn.
Όσο πιό «στενή» η σχέση κάποιου με το Σουλτάνο,
τόσο «Υψηλότερο» το αξίωμα μετά την «αποφοίτησή» του.
Με τη βοήθεια του αείμνηστου Νεοκλή Σαρρή,
Νομικού, Πολιτικού Επιστήμονα, συγγραφέα και Τουρκολόγου,(Κωνσταντινουπολίτης, απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής με τέλεια γνώση της Τουρκικής και των τουρκικών πραγμάτων),πάμε ένα μικρό ταξίδι στην Οθωμανική πραγματικότητα,στο πραγματικό περιβάλλον των Σουλτάνων και της Διοίκησης. Αυτό που μας κρύβουν επιμελώς, παρουσιάζοντας αντ’ αυτής μία ρομαντική ερωτική ιστορία του Σουλεϊμάν,σε ένα εξωραισμένο και εξιδανικευμένο περιβάλλον.
Στο Βιβλίο του Νεοκλή Σαρρή «Οσμανική Πραγματικότητα,
Εκδόσεις Αρσενίδη, 1990, Τόμος Α’ (Το Δεσποτικό Κράτος)
διαβάζουμε (σελ. 383):
«Το Δεύτερο τμήμα του χώρου των ανακτόρων του Τοπ-Καπί,
μετά το Χαρέμι, που αφορά κατά βάση τον πατισάχ (Σουλτάνο),
είναι το Enderϋn.
Η λέξη, αντιστοιχεί προς την Ελληνική «ενδότερα».
Εννοιολογικά σημαίνει ακριβώς ό,τι και το Χαρέμι.
Ουσιαστικά πρόκειται για ένα χώρο απαγορευμένο στους υπόλοιπους,
όπου αντί για γυναίκες υπάρχουν άντρες.
Με άλλα λόγια, είναι το χαρέμι των αγοριών του Σουλτάνου.»
«Όπως είδαμε πιο πάνω, τα ανθρώπινα αποκτήματα των Σουλτάνων
και γενικότερα των αξιωματούχων του κράτους,
δεν ήταν μονάχα παλλακίδες, αλλά και άνδρες.
Οι αρσενικοί γκουλεμά (gulema), χρησιμοποιούνταν κατ’ αυτό τον τρόπο
ως υπηρέτες και ως ερωτικά αντικείμενα.
Με αυτό περισσότερο από την φιλο-ομοφυλική ιδιότητα
της Οσμανικής (Οθωμανικής) πραγματικότητας,
θέλουμε να τονίσουμε τον αμφίφυλο χαρακτήρα της.»
«Υπάρχει μία εκπληκτική παραλληλία
μεταξύ της οργάνωσης του Εντερούν και εκείνης του Χαρεμιού.
Υπάρχει ακριβής αναλογία μεταξύ των αξιωματούχων
και υπηρετών του Σουλτάνου σε αμφότερους τους χώρους,
πχ δύο κουρείς: μία κομμώτρια στο Χαρέμι
και ένα αγόρι κουρέας στο Εντερούν.
Παρομοίως ο Σουλτάνος έχει δύο λουτρά (Hamam).
To ένα από αυτά βρίσκεται στο Χαρέμι
και είναι εκείνο που βλέπει σήμερα ο επισκέπτης του Τοπ – Καπί.
Το δεύτερο χαμάμ, που έχει κατεδαφιστεί, βρισκόταν μέσα στο Εντερούν.
Στο πρώτο τον έλουζαν κορίτσια, στο δεύτερο αγόρια!
Επιπροσθέτως το Χαρέμι φύλαγαν νέγροι ευνούχοι,
ενώ το Εντερούν λευκοί ευνούχοι.»
Συνεχίζει ο Ν. Σαρρής, στη σελ 384:
«Ο Σουλτάνος διαμοίραζε τη ζωή του
ανάμεσα στα δύο τμήματα των ανακτόρων.
Στο Χαρέμι περιστοιχιζόταν από γυναίκες,
στο Εντερούν από τους «γκουλεμά»…..
που σε πιστή μετάφραση γίνονται «ίτς ογλάνια»
(iη = εσωτερικό, olan = αγόρι) εξ ού και «τσογλάνι»,
ο αριθμός των οποίων ξεπερνούσε τους χίλιους.
Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, το στενό περιβάλλον του Σουλτάνου
σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν αποτελείτο
από προσφάτως (και βίαια) εξισλαμισμένα άτομα.
Γιατί όπως οι τζαριγέ (παλλακίδες) ήταν προϊόντα αρπαγής και αιχμαλωσίας,
έτσι και οι αρσενικοί γκουλεμά προέρχονταν από ντεβσιρμέ (παιδομάζωμα).
«…ήταν ανθρωπίνως αδύνατον ο Σουλτάνος να ανταποκριθεί
στην ερωτική προσφορά ….
Οι αυξημένες ερωτικές του ανάγκες αντιμετωπίζονταν φαρμακευτικά….
ο αρχι-φαρμακοποιός των ανακτόρων παρασκεύαζε
ειδικό τονωτικό παρασκεύασμα, το αποκαλούμενο ματζούνι (macun).
2)Να σημειώσουμε εδώ ότι λόγω της παρατεταμένης αγαμίας
και εγκλεισμού στα χαρέμια,
οι τρόφιμοι συχνά δημιουργούσαν ομοφυλοφιλικές σχέσεις μεταξύ τους
καθώς και με τους ευνούχους.
Το φαινόμενο αυτό περιγράφει ο Ν. Σαρρής στις σελίδες 380-382.
«Οι Σουλτάνοι επέλεγαν τις συντρόφισσές τους από τις παλλακίδες
που τους δώριζαν πολλές φορές οι γονείς τους.
Για παράδειγμα, ο Μπαγιαζήντ Β’ το 182
μεταξύ διαφόρων δώρων που προσέφερε στο γιό του Σεχνισάχ
ήταν και 5 αγόρια, 5 παλλακίδες και 4 γεράκια για τα κυνήγια του.
Στον άλλο του γιό Αχμεντ έστειλε 10 αγόρια και 10 παλλακίδες,
οι ερωτικές σχέσεις των Σουλτάνων διαμοιράζονταν
ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια». (Σελ. 377)
Συνεχίζει ο Ν.Σαρρής στη σελ. 384:
«Το Εντερούν ήταν παράλληλα μία σχολή πολιτικής και διοίκησης.
Την εισαγωγή στο Εντερούν ακολουθούσε
μία διαδικασία επιλογής από ευάριθμους εφήβους
που κρίνονταν ανάλογα με τα σωματικά και τα πνευματικά τους προσόντα.
Γι αυτό λειτουργούσαν και άλλα ανάκτορα
με τροφίμους Ίτς Ογλάν («εσώκλειστα αγόρια»).
Ο σουλτάνος κάθε 2 ή 3 χρόνια επισκέπτονταν το Γαλατά Σαράι,
και επέλεγε 12 ιτς ογλάν που μεταφέρονταν στα ανάκτορα.
Το εγκύκλιο πρόγραμμα σπουδών περιείχε ποικίλες γνώσεις,
όπως μουσική και θρησκευτικά, καλλιγραφία, ιππασία και ξυλογύπτική.
Στο Εντερούν καταβαλλόταν προσπάθεια
για τέλεια εκμάθηση του πρωτοκόλλου και της εθιμοτυπίας.
Ειδικότερα το ίδρυμα αυτό αποτέλεσε την κοιτίδα της καλλιέργειας
των Οσμανών ιθυνόντων.
Με την είσοδό τους στο Εντερουν καθένας αποκτούσε τον παιδαγωγό του,
προερχόμενο από τους πρεσβύτερους.
Έτσι άρχιζε η εκπαίδευση που στηριζόταν κι αυτή,
όπως των παλλακίδων στο χαρέμι,
σε μία συντεχνιακή σχέση δασκάλου-μαθητευόμενου.
Όποιος επιτύγχανε στο πρώτο στάδιο
και μάθαινε ανάγνωση και γραφή, θρησκευτικές κλπ. γνώσεις,
προαγόταν στην επόμενη κατηγορία.
Η τελευταία τάξη ήταν των χάς, που την αποτελούσαν σαράντα Αγάδες,
οι οποίοι ήταν ταυτόχρονα και το στενότερο περιβάλλον του Σουλτάνου
και που καθένας είχε την δική του ακολουθία και βοηθούς.
Στην πραγματικότητα επρόκειτο για Υπηρέτες του Σουλτάνου
(με όλη τη σημασία της λέξης) που έφεραν τίτλους όπως:
Σαρίκμπαση: ο φροντιστής των σαρικιών του Σουλτάνου,
Τουφεκτσίμπαση: αρχιτυφεκιοφόρος,
φύλαγε τα όπλα κυνηγιού του Σουλτάνου,
(Είχε 30 βοηθούς, διαφόρων ειδικοτήτων),
Καχβετζίμπαση: αρχικαφεψός, φρόντιζε τα σερβίτσια, κλπ.
και τον Καφέ του Σουλτάνου.
(Είχε πέντε νεαρούς βοηθούς
ονομαστούς για την ομορφιά και την ευγενική τους παρουσία.)
Μπερμπέρμπασι: αρχικουρέας και ταυτόχρονα αρχιλουτροκόμος.
Κάθε φορά που κούρευαν ή ξύριζαν τον Σουλτάνο
φύλαγε σε ένα ασημένιο συρτάρι τις τρίχες από τα γένια ή τα μαλλιά,
αφού τα έπλενε σε χρυσή λεκάνη με ανθόνερο.
Κάθε χρόνο τις τρίχες παρέδιδε στον επικεφαλής των χατζήδων.
που αναχωρούσαν για τη Μέκκα,
για να τα θάψει σε χώρο παρακείμενο του τάφου του Προφήτη!
Ρικιαμπντάρ Αγά: ακόλουθος του Σουλτάνου
στην προσευχή της Παρασκευής και στα Μπαϊράμια,
Τιρνακτσί: νυχοκόπτης,
Τσουχαντάρ Αγά: ακόλουθος, επικεφαλής ανάλογου αποσπάσματος,
Σιλαχτάρ Αγά: Το σημαντικότερο άτομο στην Ιεραρχία του Εντερούν.
Ο αντίστοιχος τίτλος είναι «Πρωτοσπαθάριος».
Βρισκόταν συνεχώς στο πλευρό του Σουλτάνου.
Ήταν το άτομο που μεσολαβούσε ανάμεσα στο Σουλτάνο και τον σαντρατζάμη,
δηλαδή ήταν ο σύνδεσμος των Ανακτόρων με την Κυβέρνηση.
Ακόμη δοκίμαζε το φαγητό του Σουλτάνου
και καθόριζε τα δύο χρυσά κουτάλια με τα οποία έτρωγε ο Σουλτάνος.
(δεν αναφέρεται η χρήση πιρουνιών)»
Σημειωτέον ότι οι Σιλαχτάρ Αγάδες αναλάμβαναν τις υψηλότερες θέσεις:
διοικητές μεγάλων επαρχιών, ή υπουργοί / βεζίρηδες.
Να σημειώσουμε το εξής: Σε μία από τις γνωστές φράσεις του
προς την εδώ Τουρκική Διοίκηση της εποχής του,
ο μεγάλος Στρατηγός Καραϊσκάκης είχε πεί την ιστορική φράση:
«Έλα, σκατότουρκε έλα Εβραίε, απεσταλμένε από τους γύφτους
έλα ν’ ακούσεις τα κερατά σας, γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας.
May 19 • 4 tweets • 6 min read
1)Οι Πόντιοι ζητούν να πολεμήσουν, μα ο Βενιζέλος τους αγνοεί.
«Έχουμε στρατό 20.000 ανδρών για να χτυπήσουμε τον Κεμάλ», γράφουν σε υπόμνημα τον Ιανουάριο του 1920, με τις πρώτες μάχες στη Μικρά Ασία
Τέτοιες μέρες του ‘22, ολοκληρωνόταν η καταστροφή του ελληνισμού της Μικράς Ασίας. Ο Στρατός επέστρεφε στη βάση του, οι Τούρκοι κυνηγούσαν και σκότωναν τους Έλληνες και οι φωτιές έζωναν τα σπίτια τους στη Σμύρνη (…κάποιοι ιστορικοί αναθεωρητές τους θέλουν να συνωστίζονται στα πλοία για να έρθουν στην Ελλάδα… Προφανώς για διακοπές!).
Σήμερα, περίπου έναν αιώνα μετά , θα αποκαλύψουμε ένα ξεχασμένο υπόμνημα, που έστειλε στον πρωθυπουργό Ελ. Βενιζέλο τον Ιανουάριο του 1920 η Επιτροπεία των Ποντίων. Ζητούσε την άδεια του να επιτεθεί στον Κεμάλ δημιουργώντας δεύτερο μέτωπο, για να δέχεται μικρότερη αντίσταση ο ελληνικός στρατός στην κεντρική Μικρά Ασία. Αλλά δυστυχώς ο Βενιζέλος ή αδιαφόρησε ή το αγνόησε σκοπίμως(;;). Αν τότε η πρότασή τους γινόταν αποδεκτή, ίσως η έκβαση της μικρασιατικής εκστρατείας να ήταν τελείως διαφορετική και ο Ελληνισμός να μήν υφίστατο τον ξεριζωμό, την ήττα και την ταπείνωση…
Το υπόμνημα είναι αποκαλυπτικό. Παραδόθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1920 στον ίδιο τον Βενιζέλο όταν βρισκόταν εις Παρισίους, με το οποίο οι Πόντιοι έθεταν εις την διάθεση του μαχόμενου Ελληνικού Στρατού μία ισχυρή δύναμη 20.000 στρατιωτών , περίπου δύο μεραρχιών για να χτυπήσουν τα στρατεύματα του Κεμάλ στην Σεβάστεια. Με τον τρόπο αυτό τα ελληνικά στρατεύματα στο νότο δεν θα είχαν τόση μεγάλη πίεση, όταν οι τουρκικές δυνάμεις θα ήταν απασχολημένες σε δύο μέτωπα. Η προέλαση του Στρατού μας θα γινόταν με λιγότερα προβλήματα και με ελάχιστες απώλειες. Αλλά ας δούμε το κείμενο του ιστορικού αυτού υπομνήματος. “Προς τον Εξοχώτατον Πρόεδρον της Ελληνικής Κυβερνήσεως κ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΝ ΒΕΝΙΖΕΛΟΝ, Εις Παρισίους.
Εξοχώτατε, Καθ΄ ήν στιγμήν ο Ελληνικός Στρατός προελαύνει ενδόξως προς το εσωτερικόν της Μικράς Ασίας, εκπληρών όχι μόνον εντολήν των Συμμάχων προ καθυπόταξιν του Κεμάλ αλλά κυρίως ιδίαν εθνικήν αποστολήν, της απελευθερώσεως της Ανατολης, προβάλλει η σκέψις εις τον νούν ου μόνον παντός Ποντίου αλλά και παντός Ελληνος : Τι θα ηδύνατο να γίνη δια τον Πόντον και ποία κατα την στιγμήν ταύτην θα ήτο δυνατόν να προέλθη εκείθεν συνδρομη.
Η σκέψις αύτη μας ήγαγεν εις συμπεράσματα, τα οποία εχομεν την τιμήν να υποβάλωμεν εις την Υμετέραν κρίσιν. Εν πλήρει συνειδήσει των αποστάσεων και των διοαφόρων δυσχερειών και με μετρίους υπολογισμούς δυνάμεων τολμώμεν να διατυπώσωμεν Υμίν τας γνώμας αυτάς πεποιθότες, οτι εκ τούτου δύναται να προέλθη μέγιστον εθνικόν κέρδος. Το ζήτημα παρουσιάζεται υπο τρείς απόψεις. Πρώτον την καθαρώς τυπικήν άποψιν της απελευθερώσεως του Ελληνικού Πόντου, Δεύτερον την της συνδρομής, ‘ην και μεμακρυσμένη εστω στρατιωτική εκείθεν δράσις θα λήτο δυνατόν να προσφέρεη εις τον εκ δυσμών δρώντα Ελληνικόν Στρατόν και τρίτον την γενικήν, την εθνικήν άποψιν της μελλούσης εν Ανατολή ελληνικής πολιτικής.
Και ως προ μεν την καθαρώς Ποντιακήν αποψιν γνωρίζετε καλύτερον παντός άλλου, Κύριε πρόεδρε, εις ποίον σημείον ευρίσκεται το ζήτημα αυτό. Η παρουσιαζόμενη σήμερον ευκαιρία είναι μοναδική, διότι δια κινήματος των Ποντίων κατά του Μουσταφά Κεμάλ, ενώ εξυπηρετείται η συμμαχική υπόθεσις, γεννώνται συγχρόνως βάσιμοι ελπίδες ευνοϊκής λύσεως του ζητήματος του Πόντου, τιθεμένου εκ νέου επί τάπητος.
Έρχεται κατόπιν η άποψις της ενισχύσεως, την οποίαν δύναται να προσφέρη εις την εκ δυσμών Ελληνικήν Στρατιωτικήν Δύναμιν πολεμική εκ του Πόντου ενέργεια και μικράς, εστω, κατ΄αρχάς εκτάσεως. Το ζήτημα είναι στρατιωτικόν και αντί να μακρολογήσωμεν ενταύθα εθεωρήσαμεν σκόπιμον να υποβάλωμεν Υμίν συνημμένως υπόμνημα, όπερ η Επιτροπεία των εν Ελλάδι Ποντίων απέστειλεν εις το Γενικόν Επιτελείον. Προέλασις δυνάμεως είκοσι χιλιάδων ανδρών ως εκείνης, την οποίαν κατά μετρίους υπολογισμούς, είναι εις θέσιν καλώς εφοδιαζόμενος και εξοπλιζόμενος να παρατάξη εις πρώτην στιγμήν ο Πόντος,
2)δύναται να απασχολήση σοβαρώς τον εις Σεβάστειαν συγκεντρούμενον στρατόν του Κεμάλ. Είναι γνωστόν, ότι η Σεβάστεια αποτελεί σπουδαίαν δράσιν του κεμαλισμού. Η απο Αμισόν εις Σεβάστειαν αμαξιτή οδός είναι εις την διάθεσιν ημών, δεδομένου, οτι ο Κεμάλ απέσυρε τελευταίως πάσας τας δυνάμεις αυτού εκ της περιφερείας ταύτης. Επιτυχής προέλασις προς την διεύθυνσιν ταύτην αποκόπτει την υποχώρησιν του πρός δυσμάς δρώντος στρατού. Πάντα ταύτα θα επέφερον ευθύς αμέσως σοβαρόν αντιπερισπασμόν εις τας δυνάμεις του Κεμάλ, εξ ού προφανές, ότι θα επωφεληθή ο ημέτερος στρατός.
Πλήν όμως των ως άνω απόψεων υπάρχει και άλλη, η ουσιωδεστάτη ίσως πασών, και ήν βεβαίως δεν είναι ανάγκη να αναπτύξωμεν Υμίν δια μακρών ενταύθα. Γνωρίζομεν πώς απεβλέψατε ανέκαθεν προς την Ανατολήν και πώς προδιεγράψατε εις διαφόρους ευκαιρίας την εν αυτή εκπολιτιστικήν αποστολήν του Ελληνισμού. Τα πράγματα χάρις εις την υμετέραν μεγαλοφυά πολιτικήν προτρέχουν πάσης προσδοκίας. Η επελθούσα απροσδόκητος νέα τροπή των πραγμάτων ευνοεί ευρυτέραν δράσιν του Ελληνισμού σήμερον. Κίνημα εκ του Πόντου δεν θα είναι απλώς ποντιακόν κίνημα, θα αποτελέση την αφετηρίαν γενικωτέρων ανατροπών και διασπάσεως της μουσουλμανικής ενότητος εις την κεντρικήν και απωτέρω Μικράν Ασίαν, εκεί όπου δεν δύναται να φθάση η αμεσος του Ελευθερωτικού Στρατού ενέργεια.
Προ Ποντίων βαδιζόντων κατά του Κεμάλ δεν θα μείνουν απλοί θεαταί οι Αρμένιοι. Η μετ’ αυτών απο κοινού δράσις δύναται να στερεώση την εκατέρωθεν εν τω μέλλοντι συνεργασίαν. Αλλά κυρίως δεν θέλουν μείνει αδρανείς προ μιας Ποντιακής εξεγέρσεως οι Κιρκάσιοι και οι Κηζηλμπάσηδες της Σεβαστείας ούτε Χριστιανοί Λαζοί, ούτε οι Σταυριώται και διάφοροι αλλαι μουσουλμανικαί αλλά μη τουρκικαί φυλαί. Αι φυλαί αύται ίδίως οι Κηζηλμπάσηδες και οι Κιρκάσιοι καταπιεσθέντες εσχάτως υπό του Κεμάλ και αποκαμόντες απο τας κακουχίας των μακρών τελευταίων ετών αναμένουν την πρώτην ευκαιρίαν, ινα επιτεθώσι κατ΄ αυτού. Τα προς τους Έλληνας αισθήματά των πολλάκις και εμπράκτως εξεδήλωσαν.
Εις την πλέον δημιουργικήν στιγμήν του εθνικού ημών βίου παρουσιάζεται ευκαιρία οπως, ελληνική πρωτοβουλία, εξεγερθούν οι υπο το πέλμα του Τούρκου βιούντες διάφοροι λαοί της Μ.Ασίας και συντελέσουν εις την διευκόλυνσιν του εις τον Ελληνικόν Στρατόν ανατεθέντος εργου. Τοιαύτη ευκαιρία κοινής εν πολέμω δράσεως θέλει χαλκεύσει δεσμούς φιλίας και ευγνωμοσύνης των λαών τούτων προς τους Ελληνας και θέλει επισπάσει την εν τω μέλλοντι εμπιστοσύνην αυτών προς ημάς, θα ανατρέψη δε συγχρόνως το εκ του παμμουσουλμανισμού επιχείρημα των Τουρκοφίλων.
Το υπόμνημα τούτο
αποστέλλομεν Υμίν δια του κ. Ι. Θιάκη, εντεταλμένου να υποβάλη Υμίν και προφορικώς τας επι τούτω ιδέας ημών.
Αθήναι 24η Ιανουαρίου 1920.
Ο Πρόεδρος Χ. Καλαντίδης, Ο Γραμματεύς Κ. Κανσήζ»
Ουδείς γνωρίζει, τι θα συνέβαινε αν εδέχετο ο Βενιζέλος την πρόταση αυτή των Ποντίων. Πάντως σίγουρα τα πράγματα για την Ελλάδα θα έβαιναν προς την θετικήν κατεύθυνση. Όμως δεν υπήρχε μόνο αυτό το υπόμνημα προς τον Βενιζέλο.
Το δεύτερο υπόμνημα
Υπήρχε και ένα άλλο υπόμνημα, προς το Γενικό Επιτελείο Στρατού με το οποίο εδίδοντο λεπτομερέστατα στοιχεία για την συγκρότηση Ποντιακού Στρατού για να χτυπήσει τα κεμαλικά στρατεύματα. Στο υπόμνημα εκείνο ανεφέρετο ότι :
“ο Πόντος διαθέτει σήμερον τας κάτωθι δυνάμεις:
-Εις την περιφέρειαν Αμασείας 4.000 άνδρες έχουν τα όπλα των και είναι οργανωμένοι εις τα Ελληνικά χωρία, τη ανοχή των Τούρκων.
-Έτεροι 4-5.000 άνδρες γυμνασμένοι πολεμήσαντες επί πέντε συνεχή έτη εναντίον του Τουρκικού στρατού μετά την ανακωχήν, επώλησαν τα όπλα των.
-Ο στρατηγός Ανανίας του Ρωσικού Στρατού, Πόντιος την καταγωγήν, μετασχών του μεγάλου πολέμου επι κεφαλής Ρωσικών δυνάμεων, τελευταίως δε διοικήσας την Ελληνικήν Μεραρχίαν, αποτελουμένην εκ Ποντίων, διαλυθείσαν μετά την επικράτησιν του Μπολσεβικισμού, δύναται να ανασυντάξη, ως ο ίδιος εδήλωσεν εις την καθ΄ ημάς Επιτροπείαν, εντός βραχυτάτου χρονικού διαστήματος την Μεραρχίαν ταύτην με δύναμιν 10.000 ανδρών.
May 5 • 4 tweets • 2 min read
Βυζάντιο και Άνθρωποι.
Φωτογραφίες από instagram account : vasilia_romaion
part1
part2
Η Μεγάλη Τρίτη του Πάσχα είναι αφιερωμένη αφενός στη μνεία του ιερού ευαγγελίου που αναφέρεται στη δριμύτατη καταγγελία του Ιησού κατά των θρησκευτικών αρχηγών του Ισραήλ, των Γραμματέων και των Φαρισαίων, και αφετέρου στην παραβολή των δέκα παρθένων.
Την Μεγάλη Τετάρτη ψάλλεται ο όρθρος όπου είναι αφιερωμένη στην αμαρτωλή γυναίκα (Λουκ. 7,47) που μετανιωμένη άλειψε τα πόδια του Κυρίου με μύρο, και συγχωρήθηκε για τα αμαρτήματά της, γιατί έδειξε μεγάλη αγάπη και πίστη στον Κύριο, ενώ ψάλλεται ένα από τα πιο γνωστά και δημοφιλή τροπάρια της θρησκευτικής υμνολογίας.
Το τροπάριο της Κασσιανής, όπου είναι ευκαιρίανα θυμηθούμε λίγο την ιστορία και την προέλευση του μιας και έχει άμεση σχέση με τις παραδόσεις και την συνέχεια του Έθνους μας αλλά και με μια από τις πιο ένδοξες ιστορικές περιόδους μας του "Αυτοκρατορικού Ελληνισμού".
Η Κασσιανή λοιπόν γεννήθηκε στην Βασιλεύουσα γύρω στα 810 μ.Χ. Θα ήταν περίπου 20 χρονών, όταν η μητέρα του βασιλιά Θεόφιλου, που ήταν ακόμα άγαμος, οργάνωσε στο παλάτι ένα είδος καλλιστείων για να εκλέξει ο νεαρός αυτοκράτορας εκείνη που θα γινόταν σύζυγός του και αυτοκράτειρα της Ρωμανίας. Δώδεκα πανέμορφες αρχοντοπούλες είχαν παραταχθεί στη μεγάλη αίθουσα του παλατιού καρδιοχτυπώντας σε ποια θα έδινε ο βασιλιάς το χρυσό μήλο, σημάδι της εκλογής του. Ανάμεσά τους και η Κασσιανή. Ο Θεόφιλος, θαμπωμένος από την ομορφιά της, στάθηκε μπροστά της έτοιμος να της προσφέρει το χρυσό μήλο. Προτού το κάνει όμως, θέλησε να δοκιμάσει και την πνευματική της καλλιέργεια και χαμογελώντας τής είπε:«ως άρα δια γυναικός ερρύη τα φαύλα»(από τη γυναίκα, λοιπόν, πηγάζουν όλα τα κακά), υπονοώντας την Εύα με το προπατορικό αμάρτημα. Η Κασσιανή, χωρίς καθόλου να διστάσει, με θαυμαστή ετοιμότητα απάντησε στον βασιλιά:«Αλλά και εκ γυναικός πηγάζει τα κρείττω» (αλλά κι από τη γυναίκα πηγάζουν όλα τα καλά), υπονοώντας την Παναγία, που γέννησε τον Σωτήρα του Κόσμου. Ο Θεόφιλος, που δεν περίμενε μια τέτοια εύστροφη απάντηση, τη θεώρησε αυθάδεια και προσβολή στο πρόσωπό του. Προχώρησε και πρόσφερε το χρυσό μήλο στη σεμνή και ταπεινή Θεοδώρα, που έγινε έτσι αυτοκράτειρα του Βυζαντίου.
Η Κασσιανή εγκατέλειψε τα εγκόσμια, έχτισε μοναστήρι και ως μοναχή πέρασε την υπόλοιπη ζωή της αφιερωμένη στην προσευχή, τη μελέτη και τη συγγραφή. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την εκκλησιαστική ποίηση. Τα ποιήματά της χαρακτηρίζονται από ευλάβεια, πρωτοτυπία ιδεών και τρυφερό καλλιτεχνικό αίσθημα.
Εκτός από το τροπάριο που την έκανε διάσημη συνέθεσε τους τέσσερεις πρώτους ειρμούς του Κανόνα του Μεγάλου Σαββάτου «Άφρων γηραλέε», αλλά και το πρώτο δοξαστικό του εσπερινού των Χριστουγέννων «Αυγούστου μοναρχήσαντος επί της γης». Από τα ποιήματά της ωστόσο εκείνο που συγκινεί περισσότερο όπως προαναφέρω τη λαϊκή ψυχή είναι το ιδιόμελο που ψέλνεται το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης και αναφέρεται στην πόρνη που άλειψε με μύρα τον Χριστό λίγες μέρες πριν από τη σταύρωση και την ταφή Του. Είναι γνωστό ως «τροπάριο της Κασσιανής» και αρχίζει με τις λέξεις «Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή …». Το περιστατικό της αμαρτωλής γυναίκας το αφηγούνται με κάθε λεπτομέρεια οι ευαγγελιστές Λουκάς (Ζ΄, 36-50) και Μάρκος ( ΙΔ΄, 3-9 ) :
2)Ο Ιησούς βρισκόταν στο σπίτι του φαρισαίου Σίμωνα καθισμένος, όπως συνηθιζόταν τότε, δίπλα στο τραπέζι για φαγητό.«Και ιδού γυνή εν τη πόλει ήτις ην αμαρτωλός …κομίσασα αλάβαστρον μύρου και στάσα οπίσω παρά τους πόδας αυτού κλαίουσα, ήρξατο βρέχειν τους πόδας αυτού τοις δάκρυσι και ταις θριξί της κεφαλής αυτής εξέμασσε, και κατεφίλει τους πόδας αυτού και ήλειφε τω μύρω...». Κάποιοι από τους παρευρισκόμενου αγανάκτησαν για την απώλεια του πολύτιμου μύρου και λέγανε μεταξύ τους πως αυτό θα μπορούσε να πουληθεί και να δοθούν τα χρήματα στους φτωχούς. Και μάλωναν τη γυναίκα. Ο Χριστός όμως τους είπε:«Αφήστε τη γυναίκα ήσυχη. Γιατί τη στενοχωρείτε; Αυτό που έκανε ήταν μια όμορφη πράξη σε μένα. Πρόλαβε να αλείψει το σώμα μου με μύρο και να με ετοιμάσει για ενταφιασμό(λίγες μέρες πριν από τη σταύρωση και την ταφή μου). Αλήθεια σάς λέγω πως σ’ όποιο μέρος ολόκληρου του κόσμου κηρυχθεί το Ευαγγέλιο τούτο, θα ακουστεί και αυτό που έκαμε αυτή και θα είναι για μνημόσυνό της. Είπε δε προς τη γυναίκα:
«Η πίστις σου σέσωκέ σε, πορεύου εν ειρήνη».
Πέρασαν οχτακόσια τόσα χρόνια από τότε που διαδραματίστηκε το περιστατικό αυτό και ήλθε η Κασσιανή με το υπέροχο ποίημά της να εκφράσει όλη τη συντριβή, την ταπείνωση και τη μετάνοια της αμαρτωλής γυναίκας, της «αλειψάσης τον Κύριον μύρω»:
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.
Ο Θεόφιλος δεν μπορούσε να διώξει από τον νου του την εικόνα της Κασσιανής. Ο έρωτάς του γι’ αυτήν, αντί να σβήσει, μεγάλωνε. Άρχισε να ψάχνει όλα τα γυναικεία μοναστήρια για να τη βρει. Και τελικά έφτασε σ’ αυτό που εκείνη κρυβόταν. Η παράδοση αναφέρει πως ο Θεόφιλος με την ακολουθία του έφτασε στο μοναστήρι την ώρα που η Κασσιανή, κλεισμένη στο κελί της, τέλειωνε το τροπάριο για την αμαρτωλή γυναίκα κι έγραφε τους στίχους:
«καταφιλήσω τους αχράντους Σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν
τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις…».
(θα φιλήσω πολλές φορές με λατρεία τα άχραντα πόδια Σου και θα τα σκουπίσω με τις μπούκλες των μαλλιών μου…).
Εκείνη τη στιγμή η Κασσιανή άκουσε τον καλπασμό των αλόγων της βασιλικής ακολουθίας. Κατάλαβε ότι ήταν ο Θεόφιλος. Άφησε ατέλειωτο το τροπάριο κι έσπευσε να εξαφανιστεί στις κρύπτες του μοναστηριού.
Ο Θεόφιλος έφτασε στο κελί της Κασσιανής, βρήκε το μισοτελειωμένο ποίημα και πρόσθεσε σ’ αυτό τους τελευταίους στίχους :
«ων εν τω Παραδείσω Εύα τω δειλινώ
κρότον τοις ωσίν ηχηθείσα
τω φόβω εκρύβη .»
(των οποίων - ποδιών σου - τον θόρυβο των βημάτων ,όταν άκουσε την ώρα του δειλινού η Εύα στον Παράδεισο, κρύφτηκε από τον φόβο της).
Ο Θεόφιλος με τους στίχους αυτούς υπονοούσε βέβαια την Κασσιανή που κρύφτηκε, όταν κατάλαβε τον ερχομό του. Ίσως για να μην την προδώσει η καρδιά της.
Για την Κασσιανή γράφτηκαν πολλά δράματα, ποιήματα και διηγήματα. Το Πατριαρχείο της Αλεξάνδρειας την έχει ανακηρύξει αγία. Τη μνήμη της τιμάμε στις 7 Σεπτεμβρίου.
Κορυφαίοι τεχνίτες του λόγου μετέγραψαν το τροπάριο της Κασσιανής στην καθομιλούμενη γλώσσα. Ο Κωστής Παλαμάς το απέδωσε στη δημοτική με τον δικό του τρόπο:
Apr 19 • 6 tweets • 11 min read
1)Πασχαλινά Βυζαντινά Έθιμα
Του Φαίδων Κουκουλέ
Μία των αρχαιοτέρων και μεγαλυτέρων Χριστιανικών εορτών είναι αναμφιβόλως η της Λαμπράς Κυριακής. Δεν θα αγνοούν, ίσως, τινές των αναγνωστών μου ότι η εορτή αύτη του Πάσχα κατά τους παλαιοτέρους Χριστιανικούς αιώνας δεν εωρτάζετο κατά την αυτήν χρονικήν περίοδον υπό των κατά τόπους Χριστιανών. Κατά τον βιογράφον Κωνσταντίνου του Μεγάλου, οι προ του βασιλέως τούτου Χριστιανοί άλλοτε ετέλουν το Πάσχα μετά των Ιουδαίων, άλλοτε κατά την 25ην Μαρτίου, άλλοτε κατά το θέρος και άλλοτε κατά τον χειμώνα. Την ανωμαλίαν ταύτην ήρεν ο άγιος Βασιλεύς θεσπίσας πρώτον να μη εορτάζεται το Πάσχα μετά των Ιουδαίων, και δεύτερον ορίσας διά της εν Νικαία Συνόδου, ίνα εορτάζεται τούτο την πρώτην Κυριακήν μετά την πανσέληνον την επομένην της εαρινής ισημερίας, ότε αύτη τύχη.
Περί του μη συνεορτασμού του Πάσχα μετά των Ιουδαίων, όστις, αρχήν λαβών εκ του μετ' αυτών συνεορτασμού των εξ Ιουδαίων Χριστιανών, θα εξηκολούθησε τουλάχιστον μέχρι του τετάρτου μετά Χριστόν αιώνος, έχομεν απαγορευτικούς κανόνας της τε εν Αντιοχεία Συνόδου ως και των διαταγών των αγίων Αποστόλων, αίτινες αφορίζουσι τους παρακούοντας λαϊκούς, καθαιρούσι δε τους κληρικούς.
Εις τον ορθόδοξον Χριστιανικόν κόσμον η Ανάστασις του Χριστού ήτο «πιστών ευφροσύνη».Κατά την εορτήν αυτήν, όπως και κατ' άλλας εορτασίμους ημέρας συνηθίζετο, οι πιστοί εφρόντιζον να επαλείψωσι δι' ασβέστου ή να βάψωσι με διάφορα χρώματα τους τοίχους των οικιών των και να σαρώσωσι τα δάπεδα αυτών, αφ' ετέρου δε να στρώσωσιν επί του εδάφους των κλάδους δάφνης, μυρσίνης, δενδρολιβάνου, φύλλα λεμονέας και τα τοιαύτα, έθιμον όπερ δια τον ΙΑ' αιώνα πιστοποιεί Χριστόφορος ο Μυτιληναίος, ούτινος σώζονται στίχοι
«εις τας εν τη εκκλησία ραινομένας δάφνας κατά τας εορτάς»
και όπερ και σήμερον ακόμη επικρατεί κατά τον εορτασμόν διαφόρων εκκλησιών, ως δεικνύει και το δίστιχον
«μυρτιά μου χρυσοπράσινη της εκκλησιάς στολίδι
χωρίς εσέ δε γίνεται κανένα πανηγύρι»
εν Πόντω μάλιστα, τέως, το έδαφος των οικιών εστρώνετο με κλάδους δάφνης ήδη από της Κυριακής των Βαΐων.
Ουχί δε μόνον τας οικίας περιεποιούντο οι Χριστιανοί κατά τας ημέρας του Πάσχα, αλλά και καινουργή φορέματα εφρόντιζον να φορώσι, να λαμπροφορώσιν, όπως έλεγον τότε, ή, ως λέγομεν σήμερον, να φορούν Πασκαλιάτικα, Λαμπριάτικα ή λαμπρά ή να λαμπραγκαινιάζουν.
Περί τούτου μαρτυρεί, πλην άλλων, και η σύζυγος του Πτωχοπροδρόμου, ήτις παριστάνεται λέγουσα μετά παραπόνου προς τον σύζυγον·
Κατά τους επισήμους εορτασμούς συνήθιζον οι βυζαντινοί να φωταγωγώσι τας πόλεις των, άπλετον δε φως να έχωσι και εις τας οικίας των. Τούτο έκαμνον και κατά το Πάσχα, κατά τον Θεολόγον Γρηγόριον «ιδία τε και δημοσία δαψιλεί τω πυρί την νύκτα καταφωτίζοντες». Επειδή δε κατά τους Βυζαντινούς χρόνους οι πιστοί ετήρουν αυστηρώς την νηστείαν της Μ.Τεσσαρακοστής, διά τούτο κατά το Πάσχα παρέθετον επί των τραπεζών των άφθονα τα κρέατα και καθ' όλου τα καταλύοντα την νηστείαν είδη. Παράβαλε την σημερινήν εν Πάρω ευχήν «είν'τά χει η μέρα η Λαμπρή να τά χης μεσ' στο σπίτι σου».
Εντεύθεν το ρήμα λαμπρεύω σημαίνει σήμερον καταλύω την νηστείαν, πολλαχού δε η λ.Πάσχα ισοδυναμεί προς το νηστείας κατάλυσις.
Ηυφραίνοντο δε πολλά και καλά φαγητά κατά τας Πασχαλίους ημέρας τρώγοντες ου μόνον οι λαϊκοί, αλλά και οι αυστηρότατα την νηστείαν τηρούντες μοναχοί, ως εκ τυπικών των μονών πληροφορούμεθα· εις εν τοιούτον π.χ. αναγινώσκομεν· «οι μοναχοί το Πάσχα μέχρι της Πεντηκοστής τέσσερα φαγητά να τραπεζώνωνται».
Το Πάσχα, ον μέγας δεσμός αγάπης, ως επακολούθημα είχε και την δόσιν φιλήματος υπό των εκκλησιαζομένων, δύο μάλιστα Βυζαντινοί συγγραφείς, ο προμνημονευθείς Χριστόφορος ο Μυτιληναίος, και κατά τον ΙΒ' αιώνα Θεόδωρος ο Πρόδρομος έγραψαν επιγράμματα «εις τον κατά το Πάσχα γινόμενον ασπασμόν».
Πόσον δε το φίλημα τούτο θα ήτο τότε διαδεδομένον, πασιφανώς δεικνύει το και σήμερον κατά την δευτέραν Ανάστασιν ανταλλασσόμενον φίλημα.
2)Πάγκοινος ανά τας Ελληνικάς χώρας είναι η συνήθεια κατά το Πάσχα να γίνωνται οι κουλούρες της Λαμπρής, εφ' ων εμπηγνύουσι και κόκκινα ωά. Το έθιμον τούτο είχον και οι Βυζαντινοί πρόγονοί μας, την παλαιοτέραν δε μνείαν αυτού παλαιοτέρου όντος, ευρίσκομεν παρά συγγραφεί του ΙΒ' αιώνος τω Θεοδώρω Βαλσαμών. Ο ιεράρχης λοιπόν ούτος μαρτυρεί ότι εις το χωρίον Καλοτυχάδα του θέματος Χερρονήσου είδε κατά την ημέραν της Αναστάσεως άνδρας και γυναίκας να προσέρχωνται, μετά την θείαν λειτουργίαν, εις τον ιερέα και να του προσφέρωσιν, ίνα τους κοινωνήση, τεταριχευμένα κρέατα «μετά άλλων τινών βρωσίμων», πιθανώτατα τυρών και ωών, ως φαίνεται από το μέγα αγιασματάριον, ένθα υπάρχει ευχή «εις το ευλογήσαι εδέσματα κρεών τη αγία και μεγάλη Κυριακή του Πάσχα και εις το ευλογήσαι τυρόν και ωά» και από τα κατά τόπους νυν συνηθιζόμενα, προς δε, συνεχίζει ο Βαλσαμών «και ορνίθεια ωά εν ζύμη άρτου συνηνωμένα».
Το να πληρώνονται τότε οι ιερείς, ίνα παράσχωσι την Θείαν Κοινωνίαν, φαίνεται ότι ήτο συνηθέστατον, δι' ο είλκυσε και των συνόδων την προσοχήν.
Ούτως η εν Τρούλλω οικουμενική σύνοδος θεωρούσα το πράγμα Σιμωνίαν, καθαιρεί δια του εικοστού τρίτου κανόνος της τον επίσκοπον ή πρεσβύτερον, όστις, ίνα μεταδώση την άχραντον κοινωνίαν, εισέπραττεν «οβολούς ή είδος το οιονούν».
Ας προσθέσωμεν ενταύθα ότι η χρήσις ωών εν τη παρούση περιπτώσει, κατά τους ερευνητάς, έχει βαθυτέραν έννοιαν προελθούσα εκ της αντιλήψεως των αρχαίων λαών περί του ωού ως εικόνος του κόσμου και συμβόλου της ζωής και της δημιουργίας.
Τα ωά του Πάσχα, ως γνωστόν, βάφονται κόκκινα, διά να ερμηνευθή δε το έθιμον, εξηνέχθησαν διάφοροι, ανεκδοτικαί αι πλείσται, γνώμαι.
Το ορθόν εύρε ο σοφός Κοραής εικάσας ότι το κόκκινον χρώμα συμβολίζει το αίμα των προβάτων διά του οποίου οι Ιουδαίοι έβαψαν εν Αιγύπτω τας παραστάδας και την φλιάν του οίκου των, ίνα αποφύγωσι την υπό του εξολοθρευτού αγγέλου φθοράν, έθιμον όπερ υφίσταται εν Μαδύτω και κατά τους παλαιοτέρους χρόνους διετηρείτο παρά τοις Κερκυραίοις, οίτινες με το αίμα των κατά το μέγα Σάββατον σφαζομένων αρνίων έκαμνον σταυρούς εις τας παραστάδας των οικιών των ακολουθούντες το της Γραφής «(Έξοδος ΙΒ' 7) και λήψονται από του αίματος και θήσουσιν επί των δύο σταθμών και επί την φλιάν εν τοις οίκοις εν οις οίκοις εν οις αν φάγωσιν».
Εις την Έξοδον (ΙΒ' 8) μετά την μνείαν της επαλείψεως των παραστάδων και της φλιάς διά του αίματος του σφαγέντος αρνίου, προστίθεται· «Και φάγονται τα κρέα τη νυκτί ταύτη οπτά πυρί».
Τούτο φρονώ ότι εξηγεί την παρ' ημίν κατά το Πάσχα παράθεσιν του οβελίου αμνού, έθιμον, όπερ, πάγκοινον σήμερον ον, ασφαλώς θα ήτο και μεσαιωνικόν.
Ότι δε τον οβελίαν αμνόν εγνώριζον οι Βυζαντινοί, δεικνύει η παρατιθεμένη εικών εκ χειρογράφου του ΙΑ' αιώνος, εν η φαίνεται Ο ΥΠΕΡ ΤΗΝ ΠΥΡΑΝ ΨΗΝΟΜΕΝΟΣ ΟΒΕΛΙΑΣ.
Άλλο Πασχαλινόν έθιμον, Πανελλήνιον νυν, είναι η σύγκρουσις των ωών. Και περί της αρχής τούτου πολλά, ουχί όμως ικανοποιητικά, ελέχθησαν. Οι Χριστιανοί φαίνεται ότι διείδον εις την πράξιν αυτήν συμβολισμόν της Αναστάσεως του Χριστού· ως δήλα δη εντός του ωού, οιονεί τάφου, εγκλείεται ζωή, το ορνίθιον, όπερ, όταν έλθη ο καιρός, θραυσθέντος του κελύφους, αναπηδά, ούτω και ο Χριστός, η αιωνία ζωή, θραυσθέντων των δεσμών, του τάφου εκ του θανάτου επανήλθεν εις την ζωήν.
Ότι το έθιμον της συγκρούσεως των ωών ήτο εν χρήσει κατά το πρώτον ήμισυ του ΙΓ' αιώνος, ον ασφαλώς πολύ παλαιότερον, βεβαιοί μαρτυρία του κατά την εποχήν αυτήν ακμάσαντος μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιωάννου Αποκαύκου.
Εις τον Αλμαλή Μαλγάρων της Θράκης οι κάτοικοι κατά την εσπέραν του Σαββάτου, προ του «Χριστός ανέστη», θέτουσιν επί του τάφου των συγγενών ωά κόκκινα, εις το χωρίον δε της Λακεδαίμονος Καστανιάν μετά την νυκτερινήν ακολουθίαν της Αναστάσεως, επίσης Πασχαλινά ωά, τυρόν και τεμάχια άρτων.
Mar 26 • 4 tweets • 5 min read
1)Η Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινουπόλεως, η Ακαδημία της Πάτμου, οι Σχολές των Ιωαννίνων, η Αθωνιάς Ακαδημία του Αγίου Όρους, η Σχολή της Δημητσάνας, η Σχολή της Σμύρνης, οι Σχολές των ελληνικών Κοινοτήτων του εξωτερικού (από τη Ρωσία και τις παραδουνάβιες ηγεμονίες ως τη Βιέννη, τη Βενετία, την Παβία και τη Ρώμη) και άλλες μέσα και έξω από τον ελληνικό χώρο.
«Το τεράστιο τούτο πνευματικό οικοδόμημα είναι έργο της Εκκλησίας, είναι κατάθεση ψυχής των σεβάσμιων ρασοφόρων που, κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, κράτησαν ορθό το πνεύμα και ακμαία την εθνική συνείδηση ενός ολάκερου λαού, με την ορθόδοξη και ελληνική λαλιά τους, με τη δράση τους, με το παράδειγμά τους. Και είναι οι ίδιοι, που σαν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, παραμέρισαν την Οκτώηχο και το Ψαλτήρι και ζώστηκαν τα άρματα του αγώνα, τάχτηκαν στην πρωτοπορία του εθνικού ξεσηκωμού, δίνοντας ακόμα και τη ζωή τους «ΥΠΕΡ Π1ΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΔΟΣ», για του Χρίστου την Πίστη την άγια και της Πατρίδος την ελευθερία.
Μέσα από την αναγέννηση της εθνικής μας παράδοσης, αναδείχτηκαν υπέροχοι και μαρτυρικοί απόστολοι παιδείας και ελευθερίας, όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο φλογερός και αεικίνητος, ο εκλεκτός Πατροκοσμάς της ελληνικής υπαίθρου, ο Γρηγόριος ο Ε’ και τα άλλα μέλη της συνόδου, ο Γρεβενών Αιμιλιανός, ο Σάλωνων Ησαΐας, ο Ρωγών Ιωσήφ, ο Κύπρου Κυπριανός, ο Πάφου Χρύσανθος, ο Κυρηνείας Λαυρέντιος, ο Κιτίον Μελέτιος και τόσοι άλλοι».
Ακόμη ο μαρτυρικός Αθανάσιος Διάκος (Αθανάσιος Μασαβέτας, Μουσοννίτσα Δωρίδος 1788;-Λαμία 1821) και ο αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Δίκαιος, ο Παπαφλέσσας, ο μπουρλοτιέρης των ψυχών, μοναδική περίπτωση, φαινόμενο σταθερού και αποφασισμένου επαναστάτη.
Οι υπηρεσίες των κληρικών (μοναχών) για τη διατήρηση της πίστεως υπήρξαν πολύ μεγάλες: με τις περιοδείες τους, με το φλογερό και αδιάλλακτο κήρυγμά τους, ενθάρρυναν τους ορθοδόξους να εμμένουν στη θρησκεία των προγόνων τους και να μην προσέρχονται στον ισλαμισμό. Σαν νέοι Απόστολοι διδάσκουν και κτίζουν εκκλησιές η ιδρύουν σκήτες και μονές σε ορεινά και απομεμακρυσμένα μέρη (π.χ. ο Όσιος Αντώνιος της Βέροιας, ο μοναχός Θεοφάνης ο εξ Ιωαννίνων, που έκτισε τη μονή των Ασωμάτων στη Νάουσα, ο Όσιος Διονύσιος, ιδρυτής της γνωστής μονής του Ολύμπου, ο Όσιος Νικάνωρ από τη Θεσσαλονίκη, ιδρυτής της μονής της Ζάβορδας στη Δυτική Μακεδονία).
Ο καθηγητής Απόστολος Βακαλόπουλος, ονομάζει αδίστακτα τα Μοναστήρια «προμαχώνες μπροστά στα κύματα του Μουσουλμανισμού». Δεν ήταν, πράγματι, μόνο κέντρα παιδείας («κρυφά» σχολεία»), καταφυγής και προστασίας των ραγιάδων. Δεν ήταν μόνο πνευματικές κολυμβήθρες για τον συνεχή αναβαπτισμό του Γένους στην παράδοσή του. Ήταν και αντιστασιακά-επαναστατικά κέντρα σε σημείο, που να μην υπάρχει εξέγερση ως το 21, στην οποία δεν πρωτοστατούν κάποιο η κάποια Μοναστήρια, ως επίκεντρα της επαναστατικής δραστηριότητας, αλλά και χώροι, από τους οποίους ξεπήδησαν και μεγάλες μορφές του 21, φωτεινοί Ηγέτες και φλογεροί Επαναστάτες. (Αγιορείτης ήταν ο πατριάρχης Αγαθάγγελος, όπως και ο Μαρωνείας Κωνστάντιος και ο Ηράκλειας Ιγνάτιος. Στη Μονή Φιλοσόφου Δημητσάνας «μαθήτευσαν» ο Αργολίδος Γρηγόριος, ο Π. Πατρών Γερμανός, ο Τριπόλεως Δανιήλ, ο Ανδρούσης Ιωσήφ, ο Μονεμβασίας Χρύσανθος. Ο Χριστιανουπόλεως Γερμανός στο Μ. Σπήλαιο, ο Χίου Δανιήλ στη Ν. Μονή Χίου, ο Βρεσθένης Θεοδώρητος στη μονή Άγ. Θεοδώρων, ο Κύπρου Κυπριανός στη μονή Μαχαιρά Κύπρου, κ.λπ. Από Μονές ξεκίνησαν, επίσης, ο Παπαφλέσσας και ο Αθανάσιος Διάκος που αναφέρω παραπάνω).
2)Αυτή τη στάση των Μοναστηριών στον Αγώνα ομολογεί και προσδιορίζει με το δικό του μοναδικό τρόπο ο Στρατηγός Μακρυγιάννης: «Τ’ άγια τα μοναστήρια, οπού ’τρώγαν ψωμί οι δυστυχισμένοι […] από τους κόπους των Πατέρων, των Καλογήρων. Δεν ήταν καπουτσίνοι δυτικοί, ήταν υπηρέτες των Μοναστηριών της Ορθοδοξίας. Δεν ήταν τεμπέληδες- δούλευαν και προσκυνούσαν (λάτρευαν). Και εις τον αγώνα της πατρίδος σ’ αυτά τα μοναστήρια γινόταν τα μυστικοσυμβούλια, συναζόταν τα ολίγα αναγκαία του πολέμου, και εις τον πόλεμον θυσίαζαν και σκοτωνόταν αυ΄ ΄τείνοι, οι ’περέτες των μοναστηριών και των εκκλησιών».
Δίπλα στους μοναχούς και τους οσίους πρέπει να τοποθετήσει κανείς και τους Νεομάρτυρες, που με τα πάθη τους κάνουν να αναβιώσουν οι χρόνοι των διωγμών του Χριστιανισμού. Απλοί συνήθως άνθρωποι, σε μίαν ατέλειωτη σειρά που εκτείνεται ως τα μέσα σχεδόν του 19ου αιώνα, τονώνουν με το μαρτύριό τους το πνεύμα αυτοθυσίας του λαού και τον παραδειγματίζουν. Οι άνθρωποι αυτοί είναι πραγματικά αγωνιστές, όχι μόνο της πίστεως, αλλά και της ελευθερίας.
Αυτοί προέβαλαν τη συνεπέστερη για την Ορθοδοξία και αποτελεσματικότερη για το Γένος αντίσταση, χωρίς μάλιστα θυσίες άλλων, παρά μόνο του εαυτού τους. Οι Νεομάρτυρες ξαναζωντάνεψαν την αρχαία χριστιανική παράδοση του μαρτυρίου. Η ομολογία τους αποσκοπούσε στην έμπρακτη απόρριψη του κατακτητή και την άμεση επιβεβαίωση της υπεροχής της δικής τους πίστεως, που περιέκλειε συνάμα και τον εθνισμό τους. Οι Νεομάρτυρες ενσαρκώνουν, μάλιστα πληρέστερα από τους Εθνομάρτυρες, την ελληνορθόδοξη παράδοση, διότι διακρίνονται όχι μόνο για ηρωισμό, αλλά για την αγιότητα-πνευματικότητα, που αποδεικνυόταν με τα θαύματα, που συνόδευαν το μαρτύριό τους. Κίνητρό τους δεν ήταν το μίσος, εναντίον των κατακτητών, αλλά η αγάπη για τον Χριστό και τους ανθρώπους, ακόμη και τους διώκτες τους.
Στις πηγές της ιστορίας εκείνων των χρόνων, τις γνωστές και άγνωστες μαρτυρίες, ενθυμήσεις, απομνημονεύματα, επιστολές, κώδικες και λοιπά κείμενα, με έκπληξη ανακαλύπτει κανείς ένα αρκετά μεγάλο αριθμό αρχιερέων να έχει δεχθεί ποικίλες δοκιμασίες, φυλακίσεις και βασανιστήρια.
Από το 1818 μυήθηκαν στην Φ. Ε. όλοι σχεδόν οι αρχιερείς της Πελοποννήσου. Οι περισσότεροι ιστορικοί δέχονται, ότι οι Αρχιερείς υπήρξαν η σπονδυλική στήλη της Φιλικής και ο κύριος παράγων του έργου της. Απουσιάζει όμως και κάθε μαρτυρία για προβολή αρνήσεως η για υπονόμευση του έργου της Εταιρείας λόγω του υψηλού κύρους τους στο Λαό. Αν οι Αρχιερείς εξάλλου δεν περιέβαλλαν με την αγάπη τους το έργο της Φιλικής, πολλά πράγματα μπορούσαν να ανατραπούν. Μία αναφορά, τέλος, στην ποσοστιαία σύνθεση της Φιλικής δίνει τα στοιχεία: Κληρικοί 9,5%, Αγρότες 6% και Πρόκριτοι 11,7%.
Jan 11 • 4 tweets • 5 min read
1)Στις 11 Ιανουαρίου του 1055, πέθανε ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Θ’.
Ο Κωνσταντίνος Θ’ ήταν αυτοκράτορας του Βυζαντίου από τις 11 Ιουνίου 1042 έως τις 11 Ιανουαρίου 1055, γνωστός και ως Κωνσταντίνος ο Μονομάχος.
Μετά την φυγή του Μιχαήλ Ε’ η αυτοκράτειρα Ζωή έμεινε η μόνη κυρίαρχη στο Παλάτιον. Πρώτη της φροντίδα ήταν να απομακρύνει την αδελφή της Θεοδώρα ώστε να μείνει μόνη στην διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας. Επειδή όμως ο λαός αντέδρασε και την υποχρέωσε να συμβασιλεύει με την αδελφή της, σκέφθηκε να παντρευτεί κάποιον που στην συνέχεια θα αναγόρευε Βασιλέα για να μπορεί μέσω αυτού να κυβερνά ανενόχλητη. Υποψήφιος για τον ρόλο αυτό ήταν ο Κατεπάνω (ανώτατος πολιτικός και στρατιωτικός άρχοντας) Κωνσταντίνος ο Αρτοκλίνης ο οποίος ήταν παντρεμένος. Όταν όμως η σύζυγός του έμαθε της προθέσεις της Ζωής έσπευσε να τον δηλητηριάσει. Έτσι η Ζωή έστρεψε την προσοχή της στον Κωνσταντίνο τον Μονομάχο. Τον ανακάλεσε από την εξορία του στην Λέσβο και τον διόρισε Δικαστή Ελλήνων. Στην συνέχεια τον παντρεύτηκε και την επομένη 11 Ιουνίου 1042, τον έστεψε Βασιλέα.
Ο Κωνσταντίνος Θ’ ήταν άνθρωπος μετριοπαθής, που η τύχη τον ανάγκασε να αντιμετωπίσει, χωρίς επιτυχία όμως, τις μεγάλες δυσκολίες της εποχής του. Για να γίνει αγαπητός στον λαό της Κωνσταντινούπολης άρχισε να μοιράζει άφθονα χρήματα στο πλήθος και στην προσπάθεια εξασφάλισης χρημάτων, καθιερώνει την συνήθεια της εκμίσθωσης των φόρων σε ιδιώτες. Εφάρμοσε επίσης την πρακτική εξαγοράς της στρατιωτικής θητείας ενώ πιθανότατα εισάγεται και ο θεσμός της «πρόνοιας». Οι εκμισθωτές των φόρων πλήρωναν άμεσα στην αυτοκρατορία τους φόρους που έπρεπε να καταβάλει μια περιοχή και στη συνέχεια τους εισέπρατταν οι ίδιοι από τους φορολογούμενους. Το μέτρο αυτό αποδείχθηκε ολέθριο αφού οι ιδιώτες εισέπρατταν από τους πολίτες ποσά πολύ μεγαλύτερα από εκείνα που σύμφωνα με τους νόμους έπρεπε να καταβληθούν. Ο εξαργυρισμός της θητείας, η δυνατότητα δηλαδή των πολιτών να εξαγοράζουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, αποδυνάμωνε τους στρατούς των Θεμάτων και αύξανε τις ανάγκες σε μισθοφόρους.
Τέλος η «πρόνοια», η παραχώρηση δηλαδή μεγάλων κρατικών εκτάσεων σε σημαντικούς πολίτες, με την υποχρέωση να παρέχουν προστασία στους κατοίκους αυτών των περιοχών, επιδείνωσε τη θέση του κράτους, της εκκλησίας και των πολιτών διότι οι προστάτες θα συνέλεγαν τους φόρους των περιοχών για δικό τους όφελος.
Ο Μονομάχος αφού εξόρισε όσους ήταν αντίθετοι στην πολιτική της Ζωής, έστρεψε την προσοχή του στον Σέρβο επαναστάτη Στέφανο Βόϊσλαβ ο οποίος επιχειρούσε επιδρομές στα εδάφη της αυτοκρατορίας. Ανάθεσε την αντιμετώπισή αυτής της στάσης στον άρχοντα του Δυρραχίου, Μιχαήλ. Αυτός μη έχοντας πολεμική πείρα, ξεκίνησε με εξήντα χιλιάδες στρατό και αφού λεηλάτησε την Σερβία αποφάσισε να επιστρέψει χωρίς να έχει αντιμετωπίσει τον επαναστάτη ο οποίος όμως του επετέθη, αποδεκατίζοντας το Βυζαντινό στράτευμα.
Ο στρατηγός Μανιάκης είχε σταλθεί από την Ζωή για να ανακτήσει τη Σικελία και την Κάτω Ιταλία για λογαριασμό των Βυζαντινών. Η διαφθορά όμως στο παλάτι, η υπέρογκη φορολόγηση, η ασυδοσία του αυτοκρατορικού περιβάλλοντος και των αξιωματούχων της αυλής, τον οδήγησαν σε ανταρσία όταν το 1042, ανακλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Ο στρατηγός ξεκίνησε με τον στρατό του για να ανατρέψει τον Μονομάχο, αλλά σκοτώθηκε το 1043 στην μάχη με τα αυτοκρατορικά στρατεύματα γύρω από τον Οστροβό.
Στα μέσα του 1043 έγινε η τελευταία μεγάλη επίθεση των εκχριστιανισμένων πια Ρώσων του Κιέβου κατά της Κωνσταντινούπολης. Λαβαίνοντας αφορμή την δολοφονία ενός Ρώσου εμπόρου στην Πόλη, ο ηγεμόνας τους Γιαροσλάβ, έστειλε τον γιο του Βλαδίμηρο με στρατιά 100.000 ανδρών που κατέπλευσε στο λιμάνι που βρίσκονταν στο στόμιο του Πόντου και απείλησε πολιορκία της Κωνσταντινούπολης. Ο Μονομάχος προσπάθησε να έλθει σε διαπραγματεύσεις οι οποίες όμως απέτυχαν. Έτσι ο Βυζαντινός στόλος εισπλέοντας στο λιμάνι όπου βρίσκονταν οι Ρώσοι, έκαψε επτά πλοία τους με το υγρόν πυρ και βύθισε άλλα τρία.
2)Οι Ρώσοι πανικοβλήθηκαν και έχοντας αντίθετο τον άνεμο οδήγησαν τα πλεούμενά της στην στεριά όπου εξώκειλαν στα βράχια. Ελάχιστα πλοία διασώθηκαν και πήραν τον δρόμο της επιστροφής, ενώ το μεγαλύτερο τμήμα των στρατιωτών ξεκίνησαν την επιστροφή τους πεζοί. Στην Βάρνα οι βυζαντινοί τους επιτέθηκαν σκοτώνοντας τους περισσοτέρους ενώ αιχμαλώτισαν 800 και τους έστειλαν στην Πόλη. Το 1046 Βυζαντινοί και Ρώσοι υπέγραψαν νέα εμπορική συνθήκη ειρήνης.
Πριν τον θάνατό του ο Βασίλειος Β’ εξασφάλισε ότι ο μάγιστρος Ιωβανεσίκης, ισόβιος άρχοντας του Ανίου και της Μεγάλης Αρμενίας θα κληροδοτούσε τα εδάφη του στο Βυζάντιο. Ο γιος του Ιωβανεσίκη όμως, Κακίκιος, δεν παρέδωσε τα εδάφη στο Βυζάντιο μετά τον θάνατο του πατέρα του. Ο Μονομάχος διέταξε τότε τον στρατηγό της Ιβηρίας Μιχαήλ Ιασίτη να πολεμήσει τον Κακίκιο και να καταλάβει τα εδάφη του. Ο Μιχαήλ όμως νικήθηκε. Έτσι ο Κωνσταντίνος αναγκάστηκε να στείλει άλλο στράτευμα, υπό τον Στρατηγό Κεκαυμένο, ζητώντας ταυτόχρονα και την βοήθεια του Μωαμεθανού ηγεμόνα της Περσαρμενίας Αβουλσεβάρ για την από κοινού κατάκτηση της Αρμενίας, πράγμα που επιτεύχθηκε το 1044.
Γύρω στα 1045 μερικές φυλές Πετσενέγων αφού επιτέθηκαν κατά της αυτοκρατορίας συνθηκολόγησαν, έγιναν Χριστιανοί και εγκαταστάθηκαν μόνιμα ως φοιδεράτοι σε αυτοκρατορικά εδάφη.
Το 1045 επίσης, οι Σελτζούκοι Τούρκοι κυρίευσαν μέρος της Περσίας και ο ηγεμόνας τους Τογρουλβέγ αναγορεύτηκε Σουλτάνος με έδρα το Χαμαντάν. Το 1048 ο Σουλτάνος Τογρουλβέγ έστειλε τον ανιψιό του Ασλάν με 20.000 άνδρες να κυριεύσει την Μηδία. Αντιμετωπίστηκε όμως από τους Στρατηγούς Ααρών και Κεκαυμένο και σκοτώθηκε στην Μάχη. Ο Σουλτάνος εξαγριώθηκε και έστειλε τον ετεροθαλή αδελφό του Ιμπραήμ Ινάλ με 100.000 στρατιώτες για την κατάκτηση της Μηδίας. Οι Βυζαντινοί λόγω διχογνωμίας στην τακτική, καθυστέρησαν να τους αντιμετωπίσουν. Έτσι οι Τούρκοι με την άνεσή τους κυρίεψαν μία από τις πλουσιότερες πόλεις της περιοχής. Σε μάχη που έγινε στις 18 Σεπτεμβρίου 1048 κοντά στο φρούριο Καπετρού οι Βυζαντινοί νικήθηκαν. Ήταν η πρώτη επέλαση των Τούρκων στην Μικρά Ασία.
Κατά την διάρκεια της Βασιλείας του Κωνσταντίνου του Μονομάχου, ο Πάπας Λέων Θ’, αντιδρώντας στην ένταξη μητροπόλεων της νότιας Ιταλίας στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, ανακίνησε τις δογματικές, λειτουργικές και εθιμικές διαφορές (το filioque, το πρωτείο του Πάπα κλπ.) μεταξύ των δυο Εκκλησιών. Οι αντιπρόσωποι της παπικής Εκκλησίας που ήλθαν στην Πόλη για να συνομιλήσουν με τον Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριο και τους θεολόγους της Ανατολής, δεν κατέληξαν τελικά σε συνεννόηση. Η αντιπαράθεση οδήγησε σε αμοιβαίους αναθεματισμούς και στο οριστικό σχίσμα, το οποίο επηρέασε κατά τους επόμενους αιώνες τις πολιτικές εξελίξεις σε Δύση και Ανατολή.
Επίσης κατά την διάρκεια της Βασιλείας του Κωνσταντίνου, ιδρύθηκε η νομική Σχολή στην Κωνσταντινούπολη. Η σχολή, που με τα σημερινά δεδομένα θα χαρακτηρίζονταν σαν το πρώτο Πανεπιστήμιο. Ιδρύθηκε το 1045 και είχε σαν αποστολή την εκπαίδευση ανωτάτων υπαλλήλων που θα θέτονταν στην υπηρεσία της αυτοκρατορίας και νομικών. Ήταν χωρισμένη σε δύο τομείς, τον φιλοσοφικό με προϊστάμενο τον ύπατο των φιλοσόφων, θέση την οποία υπηρέτησε ο λόγιος Μιχαήλ Ψελλός, και τον νομικό με προϊστάμενο τον νομοφύλακα.
Ο Κωνσταντίνος Θ’ ο Μονομάχος πέθανε στις 11 Ιανουαρίου 1055 ενώ προετοιμαζόταν για εκστρατεία κατά των Τούρκων.
Jan 11 • 4 tweets • 6 min read
19Στις 11 Ιανουαρίου του 1055, η Θεοδώρα, μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου Θ’, αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας για δεύτερη φορά. Ήταν η νεότερη από τις κόρες του Κωνσταντίνου του Η’, αδερφή της αυτοκράτειρας Ζωής και κουνιάδα του Κωνσταντίνου του Θ’.
Η Θεοδώρα ήταν αυτοκράτειρα των Ρωμαίων από τις 11 Ιανουαρίου 1055 ως τις 31 Αυγούστου 1056. Προερχόταν από τη Μακεδονική Δυναστεία, η οποία κυβέρνησε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία για σχεδόν 200 χρόνια.
Κατά πάσα πιθανότητα άθελά της, η μικρή κόρη του Κωνσταντίνου Η’ ήδη άνω των εξήντα ετών, αναλαμβάνει τη διακυβέρνηση μετά το θάνατο του Κωνσταντίνου Θ’. Κυβερνά με σύνεση, σε όποιο βαθμό της επέτρεπε η ηλικία και το φύλο της, δεδομένου ότι δεν ήταν ιδιαίτερα δυναμική, ενώ είχε επανέλθει από πολυετή μοναστική ζωή. Σημαντικότερη απόφασή της και όχι ιδιαίτερα επιτυχημένη, είναι ο ορισμός ως διαδόχου του Μιχαήλ Βρίνγκα, μετέπειτα γνωστού ως "Στρατιωτικού", απόγονο του Ιωσήφ Βρίνγκα, αξιωματούχου τον καιρό της βασιλείας του παππού της του Ρωμανού Β’.
Η Θεοδώρα, η νεότερη από τις κόρες του Κωνσταντίνου του Η’ ήταν -όπως μας μαρτυρεί ο Μιχαήλ Ψελλός σκιαγραφώντας το χαρακτήρα της, σε αντιπαραβολή με αυτόν της Ζωής- ψηλή, αδύνατη, απότομη και γρήγορη στο λόγο, χαμογελαστή, όχι ιδιαίτερα εύστροφη και όμορφη, και ιδιαίτερα φειδωλή.
Διέθετε δυναμικό και φιλόδοξο χαρακτήρα καθώς στην αρχή της βασιλείας του Ρωμανού Γ’ Αργυρού (1029) φαίνεται ότι έπαιξε κάποιο ρόλο στην εκδήλωση των συνωμοσιών του Προυσιανού και του Κωνσταντίνου Διογένη, οδηγώντας τη Ζωή στην απόφαση να την περιορίσει στη μονή Πετρίου. Ο Ψελλός αναφέρει ότι «ο φθόνος [...] χώρισε τις δύο αδελφές» και πως η θέση της στο μοναστήρι ήταν «αξιοσέβαστη». Η κουρά της Θεοδώρας, ισοδυναμούσε με ποινή και αποκλεισμό από την πολιτειακή οργάνωση της αυτοκρατορίας. Συμμετείχε επίσης και στην τιμωρία με τύφλωση του Μιχαήλ Ε’ και του Ιωάννη Ορφανοτρόφου το 1043.
Πιο συγκεκριμένα… ήταν 19 Απριλίου του 1042, μόνον οκτώ ημέρες μετά την επίσημη λιτανεία στην Κωνσταντινούπολη η οποία είχε δημιουργήσει στον Μιχαήλ Ε’ την εντύπωση ότι ο λαός της Κωνσταντινούπολης του ήταν αφοσιωμένος, οι δήμοι της πόλης ξεσηκώθηκαν όχι μόνο εναντίον του νεαρού αυτοκράτορα αλλά και ολόκληρης της οικογένειας των Παφλαγόνων, που χάρη στη δράση του Ορφανοτρόφου είχαν καταλάβει πολλά καίρια αξιώματα. Ο Μιχαήλ Ε’ είχε υποτιμήσει την αφοσίωση του λαού στη δυναστική ιδέα και την είχε πλήξει βάναυσα, και έτσι τώρα ο λαός της πρωτεύουσας απαιτούσε να επιστρέψουν στην εξουσία οι νόμιμοι εκπρόσωποι της Μακεδονικής δυναστείας, όχι μόνο η Ζωή, αλλά και η αδελφή της Θεοδώρα, την οποία, ωστόσο, η ίδια η Ζωή είχε αναγκάσει να γίνει μοναχή και να αποσυρθεί στη μονή του Πετρίου το 1034.
Το εξοργισμένο πλήθος άρχισε να επιτίθεται και να καταστρέφει την περιουσία των συγγενών του Μιχαήλ και τελικά πολιόρκησε το παλάτι, εκφράζοντας την απαίτησή του για απομάκρυνση του Καλαφάτη και για επιστροφή της Ζωής και της Θεοδώρας.
Πολιορκημένοι στο παλάτι από τον λαό, ο Μιχαήλ Ε’ και ο θείος του Κωνσταντίνος προσπάθησαν να κατευνάσουν την οργή του πλήθους επαναφέροντας τη Ζωή από την εξορία. Ωστόσο ο λαός συνέχισε να πολιορκεί το παλάτι, ενώ μια ομάδα εισέβαλε στη μονή του Πετρίου και ανάγκασε την αδελφή της Ζωής, τη Θεοδώρα, να τους ακολουθήσει στην Αγιά Σοφιά, όπου της αποδόθηκαν οι ίδιες αυτοκρατορικές τιμές με τη Ζωή.
Η εξέγερση συνέχισε να μαίνεται και η προσπάθεια του Μιχαήλ Ε’ και του θείου του Κωνσταντίνου να την αντιμετωπίσουν με στρατό δεν έφερε αποτέλεσμα. Ακόμα και η άφιξη του Κατακαλών Κεκαυμένου με στρατεύματά του από τη Σικελία δεν στάθηκε ικανή να αλλάξει το συσχετισμό δύναμης υπέρ του αυτοκράτορα και έτσι στις 21 Απριλίου ο Μιχαήλ Ε’ αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Μέγα Παλάτιο. Μαζί με τον θείο του Κωνσταντίνο διέφυγαν με πλοίο στο δυτικότερο τμήμα της πόλης και προσπάθησαν να βρουν άσυλο στη Μονή Στουδίου και να γίνουν μοναχοί. Όμως η οργή των Κωνσταντινουπολιτών, που επιπλέον μετρούσαν έναν μεγάλο αριθμό θυμάτων από την εξέγερση, ήταν πολύ μεγάλη.
2)Το πλήθος τούς πήρε με τη βία από τον κύριο ναό της Μονής Στουδίου και τους οδήγησε στο Σίγμα, όπου τους τύφλωσαν, όπως ήταν η συνηθισμένη τιμωρία των επίδοξων σφετεριστών.
Το γεγονός αυτό έχει μεγάλη σημασία σε ό,τι αφορά στη διαδοχή στο θρόνο. Η Θεοδώρα και η Ζωή, που ήταν γόνοι της μακεδονικής δυναστείας, παρέμεναν στη συνείδηση του λαού ως οι νόμιμοι δικαιούχοι του αυτοκρατορικού θρόνου, παρά το γεγονός ότι και ο Μιχαήλ Ε' ήταν νόμιμος αυτοκράτορας.
Έτσι ανέλαβαν οι δύο αδελφές, εκπρόσωποι της Μακεδονικής δυναστείας, η Θεοδώρα και η Ζωή.
Οι δύο αδελφές κυβέρνησαν όμως για πολύ λίγο καιρό το βυζαντινό κράτος, από τις 21 Απριλίου μέχρι τις 12 Ιουνίου του 1042.
Η έλλειψη διοικητικών ικανοτήτων οδήγησε τη Ζωή στην αναζήτηση νέου συζύγου. H εξηντάχρονη αυτοκράτειρα παντρεύτηκε τελικά τον Κωνσταντίνο Θ’ Μονομάχο, γόνο μιας από τις καλύτερες οικογένειες της Κωνσταντινούπολης, τον οποίο ο Ορφανοτρόφος και ο Μιχαήλ Δ’ είχαν εξορίσει στη Μυτιλήνη ως στενό συνεργάτη του Κωνσταντίνου Δαλασσηνού. Μετά την ανάληψη της εξουσίας, ο Μονομάχος εξόρισε τον Μιχαήλ Ε’ στη Χίο όπου και πέθανε σαν μοναχός 4 μήνες μετά, στις 24 Αυγούστου του 1042, τυφλός και εξόριστος.
Την αυτοκρατορική εξουσία η Θεοδώρα, θα την αναλάβει για δεύτερη φορά -ως μόνη κάτοχός της- στις 11 Ιανουαρίου του 1055, αμέσως μετά το θάνατο του Μονομάχου, αφού πρώτα εξουδετέρωσε τις απειλές που είχαν εμφανισθεί. Από την μία πλευρά οι άνθρωποι του Κωνσταντίνου Θ’ προσπάθησαν να αναγορεύσουν αυτοκράτορα τον δούκα Βουλγαρίας Νικηφόρο Πρωτεύοντα. Απέτυχαν όμως και έχασαν τις θέσεις τους. Από την άλλη πλευρά, ο πατρίκιος Βρυέννιος, εκπρόσωπος της στρατιωτικής αριστοκρατίας και αρχηγός των Μακεδονικών δυνάμεων (των δυνάμεων δηλαδή που είχαν υποστηρίξει τον πατρίκιο Λέοντα Τορνίκιο οκτώ χρόνια νωρίτερα) αποπειράθηκε φαίνεται και αυτός να στασιάσει. Απέτυχε και εξορίστηκε, ενώ η μεγάλη περιουσία του δημεύτηκε. Τα παραπάνω γεγονότα παραλείπονται από την εξιστόρηση του Ψελλού.
Αποφάσισε να μην παντρευτεί και απέκρουσε κάθε προσπάθεια από στρατό ή κλήρο -ο πατριάρχης Μιχαήλ Α’ Κηρουλάριος δυσανασχετούσε επειδή αυτοκράτωρ ήταν μια γυναίκα- να πάρει σύζυγο συνάρχοντα, υπερασπίσθηκε δραστικότατα την ανεξαρτησία της από τις επιβουλές και επιρροές της στρατιωτικής τάξης, αλλά και της κοινής γνώμης που σύμφωνα με τον Ψελλό δεν ήταν σύμφωνη με μία τέτοια διευθέτηση των πραγμάτων. «Όλοι βέβαια το θεωρούσαν απρεπές να εκθηλύνεται έτσι η άλλοτε αρρενωπή εξουσία των Ρωμαίων». Όχι τόσο από την επιθυμία για μονοκρατορία, αλλά -όπως παρατηρεί ο Ψελλός- επειδή ίσως δεν ήθελε να ακολουθήσει τη μοίρα της Ζωής. Έτσι, παίρνοντας την έγκριση των ικανών αξιωματούχων που επρόσκειντο ευνοϊκά, παραχώρησε τη διοίκηση του κράτους στον έμπιστό της πρωθυπουργό πρωτοσύγκελο Λέοντα Παρασπόνδυλο, έναν δυσπρόσιτο αλλά ικανό πολιτικό τον οποίο ο Ψελλός μέμφεται και κατακρίνει τη Θεοδώρα για την επιλογή της αυτή.
Παρά το ότι ο Ψελλός καταρχάς χαρακτηρίζει τη διακυβέρνηση της Θεοδώρας συνετή, κατόπιν παρατηρεί ότι ήταν απαραίτητη η ανάληψη των κρατικών ηνίων από έναν άνδρα. Εντούτοις, ο Ψελλός μαρτυρεί την ύπαρξη ενός γενικότερου κλίματος δυσαρέσκειας, εξαιτίας του ότι η Ρωμαϊκή αρχή βρισκόταν στα χέρια μιας γυναίκας, ενώ τέλος, ακόμη και τα θετικά στοιχεία που αποδίδει στη βασιλεία της Θεοδώρας έχουν να κάνουν περισσότερο με τη διεθνή και εσωτερική πολιτική συγκυρία και πολλή λιγότερο με τις πραγματικές της ικανότητες στην άσκηση της αυτοκρατορικής εξουσίας.
Κυβέρνησε όπως οι αυτοκράτορες: ήταν προϊσταμένη της αυλής, διόριζε αξιωματούχους, εξέδιδε διατάγματα, ρύθμιζε δικαστικές διαφορές, δέχονταν πρέσβεις και αρχηγούς κρατών, εκπλήρωνε τυπικό ρόλο του αυτοκράτορα και λάμβανε αποφάσεις σχετικά με ζητήματα οικονομικής ή εξωτερικής πολιτικής, πάντα με «σοβαρή φωνή» όπως μας πληροφορεί ο Ψελλός. Το μοναδικό ίσως μειονέκτημα ήταν ότι δεν μπορούσε να οδηγήσει προσωπικά το στρατό στη μάχη.
Φαίνεται πως είχε πλήρη συναίσθηση της δύναμής της.
Oct 12, 2024 • 10 tweets • 7 min read
Ελληνίδες και ελληνικές φορεσιές ανά περιοχή.
Oct 7, 2024 • 23 tweets • 4 min read
1)Στις 6 Οκτωβρίου του 404, η Βυζαντινή αυτοκράτειρα Ευδοξία πεθαίνει από μόλυνση εξαιτίας αιμορραγίας από αποβολή κατά την τελευταία της εγκυμοσύνη.
2)Η Αιλία Ευδοξία ήταν κόρη του Φράγκου αξιωματούχου της Αυτοκρατορίας Βαύδου. Μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη και απέκτησε ρωμαϊκή παιδεία. Το 395 παντρεύτηκε τον Αρκάδιο, αυτοκράτορα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους, γιου του Θεοδόσιου Α', και αναγορεύτηκε Αυγούστα το 400.
Oct 2, 2024 • 6 tweets • 2 min read
1)ΟΙ ΙΠΠΟΤΕΣ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Την άνοιξη του 1915, μερικούς μήνες μετά την κήρυξη πολέμου από πλευράς Ρωσίας προς την Τουρκία, μια ομάδα ανδρών, αρματωμένη με μεσαιωνικές πανοπλίες του 12ου αιώνα, κραδαίνοντας ασπίδες και σπαθιά και
2)με λάβαρο τον κόκκινο σταυρό των Ναϊτών Ιπποτών, παρουσιάστηκε έφιππη μπροστά στον κυβερνήτη της Τιφλίδος ζητώντας να πολεμήσει στο μέτωπο. Τα μάτια των παρευρισκομένων έμοιαζαν έτοιμα να βγουν από τα κεφάλια τους, μπροστά σε αυτό το θέαμα.
Oct 2, 2024 • 8 tweets • 2 min read
1)Τα σκουπίδια του ενός είναι ο θησαυρός του άλλου. Αυτή η φράση ήταν σίγουρα αληθινή για ένα 11χρονο αγόρι, ονόματι Ματ Ουίντερ, στην Αγγλία πριν από μια δεκαετία περίπου. Ψάχνοντας για παλιά αντικείμενα στην τοπική χωματερή,
2)ο Ματ είδε μια γυναίκα να ξεφορτώνει από το αυτοκίνητό της ένα σωρό πράγματα για να τα πετάξει στα σκουπίδια. Ανάμεσά τους ήταν μια παλιά, κιτρινισμένη εκτύπωση κολλημένη σε ένα λεπτό χαρτόνι. Το αγόρι ρώτησε αν μπορούσε να την πάρει και η γυναίκα συμφώνησε.
Oct 1, 2024 • 27 tweets • 4 min read
1)Η Εκστρατεία για την Ανακαταλυψη της Κρήτης
Mέρος 4ο
Τον Μαρτιο του 961 ο καιρός εφτιαξε και ο Φωκάς αποφάσισε οτι ηρθε ο καιρός να ξανασυνεχίσει τις εχθροπραξιες. Στις 8 Μαρτίου σημανε γενικο συναγερμό και στις 9 Μαρτίου το πρωι υπο τον ηχο σαλπίγγων και
2)τυμπάνων διέταξε τον στρατό να βαδίσει κατα του Χάνδακα. O Bυζαντινος στρατος ειχε παραταχθει σε καθετους ορθογώνιους σχηματισμους οπου μπροστα προπορευοταν οι πολεμικές σημαιες και πισω ερχονταν οι πολιορκητικες μηχανες.
Oct 1, 2024 • 22 tweets • 4 min read
1)Η Εκστρατεία για την Ανακαταλυψη της Κρήτης Μέρος 3ο
Την επομένη μέρα ο Φωκάς εδωσε το σημα και ηχησαν οι σάλπιγγες σηματοδοτόντας την εφοδο στα τειχη την οποια οδηγησε ο ιδιος. Συντομα αναψε η μαχη με λογχες να εκτοξευονται εκατερωθεν, βελη να σφυρίζουν απο και προς τα τειχη,
2)σκάλες να υψωνονται στα τειχη και να γκρεμίζονται, πολεμικοι πυργοι να πλησιαζουν αργά τα τειχη και καταπελτες να πετάνε πετρες σε ολες τις κατευθυνσεις
Oct 1, 2024 • 22 tweets • 4 min read
1)Η Εκστρατεία για την Ανακαταλυψη της Κρήτης Μέρος 2ο
Αμέσως μετά τον Αποκλεισμό του Χάνδακα προσπάθησε να βρει τυχόν αδυναμίες της πόλης.
Συντομα ομως βρηκε οτι δεν εχει αδυναμιες η πολη και θα ειναι πολυ δυσκολο να πέσει.
2)Απο τη μια πλευρα ηταν η θάλασσα και απο την αλλη τα τειχη ηταν χτισμένα με νεα τεχνικη που εφεραν οι Αραβες απο την Ανδαλουσια πανω σε λειασμένο βράχο αρα ηταν πολυ δυσκολο να τα υποσκάψει. Τα δε τειχη ηταν χτισμένα με πλινθους που ειχαν ανακατευτει με τριχες απο γουρουνι και
Oct 1, 2024 • 24 tweets • 4 min read
1)Η Εκστρατεία για την Ανακαταλυψη της Κρήτης
Το 960 ο Ρωμανός Β' επιφόρτισε τον Νικηφόρο Φωκά με την αποστολη να ανακαταλάβει την Κρήτη την οποια κατειχαν οι Αραβες απο το 824.
2)Στα 150 σχεδόν χρόνια της Αραβικης κατοχης ειχαν γινει απόπειρες ανακατάληψης της αλλα ολες κατέληξαν σε ηττα των Βυζαντινών ειτε η εκστρατεια δεν εφτασε καν στην Κρητη οπως η εκστρατεια του Καισαρα Βαρδα το 866 που διαλυθηκε μετα τη δολοφονια του.
Oct 1, 2024 • 38 tweets • 6 min read
1)Βυζαντινή Εποποιία Μέρος 4ο
Η πτώση της Αντιόχειας συνέβη κατά τη διάρκεια της απουσίας του Νικηφόρου. Κάποιοι χρονογράφοι αναφέρουν, ότι είχε απαγορεύσει την άλωσή της πριν από την επάνοδό του,
2)κι ότι εξοργίστηκε εναντίον του Βούρτζη για την απείθειά του, οδηγώντας τον στην συνεργασία με τους συνομώτες του!! Ο Λέων Διάκονος λέει, ότι απαγόρευσε την λεηλασία της πόλης, όσο θα έλειπε, κάτι εντελώς λογικό. Όπως και να 'χει, η πρωτοβουλία ανήκει στον Μιχαήλ Βούρτζη.