Παραμονή Χριστουγέννων του 1914, σταμάτησε ο πόλεμος για μία νύχτα κατά τον Α παγκόσμιο πόλεμο, στα χαρακώματα της Βελγικής πόλης Ιπρ...
Την παραμονή των Χριστουγέννων, άνδρες του Βρετανικού στρατού άκουσαν τους αντίπαλους Γερμανούς στρατιώτες να τραγουδούν τα κάλαντα, και είδαν
φανάρια και μικρά έλατα στα αντίπαλα χαρακώματα.
Λίγες ώρες πριν τα Χριστούγεννα, περιγράφει ο τελευταίος εν ζωή στρατιώτης, ο Σκωτσέζος Αλφρεντ Άντερσον (απεβίωσε το 2005 σε ηλικία 109 ετών), μερικοί Γερμανοί στρατιώτες σκέφτηκαν ότι θα ήταν καλή ιδέα να στολίσουν τη δική
τους πλευρά των χαρακωμάτων. Έβαλαν μικρά κεράκια πάνω στα δέντρα και άρχισαν να τραγουδούν τα κάλαντα. Απέναντι, κάποιοι Βρετανοί, άρχισαν και αυτοί να τραγουδούν στη δική τους γλώσσα.
Όλα αυτά συνέβαιναν ενώ η κάθε πλευρά ήταν κρυμμένη. Ο φόβος ότι αν κάποιος έκανε το πρώτο
βήμα και άφηνε τη θέση του, θα είχε κάνει και το μοιραίο λάθος, παρέλυε τις αισθήσεις. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη κι ύστερα από λίγη ώρα άρχισαν και οι ανταλλαγές ευχών και δώρων ανάμεσα στους στρατιώτες, που σύντομα συναντήθηκαν στη νεκρή ζώνη. Ουίσκι, τσιγάρα και σοκολάτες
άλλαζαν χέρια. «Αγκάλιαζα ανθρώπους που πριν από λίγη ώρα προσπαθούσα να σκοτώσω» είχε πει ένας Άγγλος στρατιώτης μιλώντας χρόνια αργότερα στο BBC.
Η ομίχλη είχε σχεδόν διαλυθεί, όταν άκουσα μια φωνή να λέει ότι Βρετανοί και Γερμανοί είχαν βγει από τα χαρακώματα και αντάλλασσαν
δώρα. Σύντομα εμφανίστηκε ένας Σκωτσέζος στρατιώτης κρατώντας μια μπάλα ποδοσφαίρου αλλά έμοιαζε τελείως παράταιρη με το σκηνικό της μάχης. Μέσα σε λίγα λεπτά ο αγώνας είχε αρχίσει. Το να παίζεις πάνω στον πάγο δεν ήταν καθόλου εύκολο, παρόλα αυτά προσπαθήσαμε να μείνουμε
πιστοί στους κανονισμούς» αναφέρει η μαρτυρία ενός Βέλγου.
Το ματς, και δη χωρίς διαιτητή, διήρκησε μία ώρα και οι Γερμανοί τελικά νίκησαν 3-2. Μάλιστα η αναμέτρηση έληξε άδοξα όταν η (αυτοσχέδια, από άχυρο και δεμένη με σύρμα!) μπάλα διαλύθηκε, χτυπώντας σε ένα συρματόπλεγμα.
Πρόχειρα και τα γκολπόστ για τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ξύλα, χλαίνες και κράνη.
Αργότερα η κίνηση αυτή ονομάστηκε Χριστουγεννιάτικη εκεχειρία του 1914 και ήταν ένα απὸ τα τελευταία παραδείγματα της πολεμικής ιπποσύνης και επικράτησης της ανθρωπιάς έναντι της φρίκης του πολέμου..
• • •
Missing some Tweet in this thread? You can try to
force a refresh
"Ο μύθος των Χριστουγέννων κρατιέται με τη βία απ` τα παράθυρα και από τις πόρτες, κρεμασμένος σε πανύψηλα κι αφιλόξενα σύγχρονα σκυθρωπά κτίρια. Τον συντηρούν οι δραστηριότητες της αγοράς, τα συμφέροντα των εμπόρων, οι ανελεύθερες κυβερνήσεις —πλην ανατολικών— και οι ακόμη πιο
ανελεύθερες θρησκευτικές οργανώσεις, τέλος, οι αστοί και οι εργατικοί, πρόσφατοι μετανάστες στην αστική τάξη, που κατ` ουσίαν κυβερνάν τον κόσμο μας, και που επιθυμούν θρησκευτικές αιτιολογίες και παραδόσεις για διασκέδαση, απόλαυση κι αμεριμνησία.
Ούτε για τα παιδιά δεν έμειναν
τα σύμβολα ανέγγιχτα. Κι αυτά ακόμη προσπαθούν να ονειρεύονται μέσα από τις εφιαλτικές ειδικές εκπομπές της τηλεόρασης, κι από ένα σπίτι που τις μέρες αυτές δεν έχει να προσθέσει κανένα αληθινό αγαθό, ούτε υποδομή για μια γενναία ονειροπόληση — ονειροπόληση ενός κόσμου ιδανικού,
ΕΡΜΗΣ ΤΟΥ ΠΡΑΞΙΤΕΛΗ.
Το άγαλμα αποδίδεται στον Πραξιτέλη, ενώ ο Πλίνιος αναφέρει ότι μία παρόμοια σύνθεση είχε φιλοτεχνηθεί από τον πατέρα του, Κηφισόδοτο. Χρονολογείται γύρω στο 340 π.Χ., στο μεταίχμιο της ύστερης κλασικής προς την πρώιμη ελληνιστική γλυπτική. Το άγαλμα εξαιτίας
της ομορφιάς και των τέλειων αναλογιών του αποτελεί την ιδανική εικόνα της κλασικής ομορφιάς και γλυπτικής και γι΄ αυτό μέσα σε λίγα χρόνια από την ανεύρεσή του έγινε περίφημο σε ολόκληρο τον κόσμο. Βρέθηκε στην Ολυμπία μέσα στο σηκό του Ηραίου.
Ο Ερμής της Ολυμπίας εμφανίζει τα
κύρια χαρακτηριστικά της πραξιτέλειας τεχνοτροπίας. Αναλυτικότερα, εικονίζει τον Θεό Ερμή σαν έναν νεαρό, όρθιο, γυμνό άνδρα χωρίς γένια, ο οποίος στηρίζεται στο δεξί πόδι και λυγίζει προς τα πίσω το αριστερό, ακουμπώντας στο έδαφος μόνο τα ακροδάχτυλα. Η στάση του είναι
Ντμίτρι Σοστακόβιτς, "Μαρτυρίες"
Ο τύραννος και η πιανίστρια.
Ο Στάλιν δεν εμφανιζόταν για κανέναν για αρκετές ημέρες. Άκουγε πολύ το ραδιόφωνο. Κάποια στιγμή τηλεφώνησε στην Επιτροπή Ραδιοφωνίας και ρώτησε αν είχαν την ηχογράφηση του 23ο κοντσέρτου του Μότσαρτ,
το οποίο είχε ακούσει στο ραδιόφωνο την προηγούμενη μέρα. «Η Γούντινα έπαιξε», πρόσθεσε.
Του είπανε «φυσικά, υπάρχει». Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε ηχογράφηση - η συναυλία μεταδόθηκε ζωντανά. Φοβόταν όμως να πουν στον Στάλιν: "Όχι" - κανείς δεν ήξερε ποιες θα ήταν οι
συνέπειες. Η ανθρώπινη ζωή δεν μετρούσε γι 'αυτόν.
«Το μόνο που ήταν δυνατό ήταν να συμφωνήσω, να μαζέψουμε τη ορχήστρα ξανά" .
Ο Στάλιν ζήτησε να του σταλεί η ηχογράφηση της ερμηνείας του Μότσαρτ από την πιανίστρια Γιούντινα. Η Επιτροπή πανικοβλήθηκε, αλλά έπρεπε να