Με αφορμή αυτό το νήμα (που αξίζει να το διαβάσετε και αυτοτελώς), να θυμηθούμε και τα «Αθεϊκά» του Βόλου, ή τι συνέβη πριν 120 χρόνια σε ένα σχολείο που δεν έκαναν προσευχή.
Το 1908, λοιπόν, ιδρύθηκε στο Βόλο το Ανώτερο Δημοτικό Παρθεναγωγείο, με διευθυντή τον, 28χρονο τότε, Αλ. Δελμούζο. Το σχολείο ήταν ιδιαίτερο, γιατί παρείχε μέση εκπαίδευση σε κορίτσια, χρησιμοποιούσε ως γλώσσα διδασκαλίας τη δημοτική, και δεν έκαναν πρωινή προσευχή.
Τον Φεβ. του 1911, κι ενώ το σχολείο δεχόταν διαρκή κριτική, μια γιατί ο διευθυντής ήταν νέος και ανύπαντρος, μια γιατί έκαναν εκδρομές στην εξοχή και μάλιστα δεν περπατούσαν στη γραμμή, και μια γιατί δίδασκαν «απόστολοι του μαλλιαρικού φρενοκομείου», έκανε έφοδο ο Μητροπολίτης.
Αφού εξέτασε τις μαθήτριες, να δει αν ξέρουν τα ιερά κείμενα, γύρισε στην καθηγήτρια τους, Πηνελόπη Χριστάκου, και ρώτησε αν τα κορίτσια διδάσκονται προσευχές. Τότε, όπως γράφει ο Δελμούζος, είπωθηκαν τα εξής:
Ο Μητροπολίτης έφυγε φωνάζοντας ότι «Γερμανικό και φράγκικο το έχετε κάμη το σχολείο τούτο», πως ο διευθυντής δεν του φίλησε το χέρι και οι μαθήτριες είναι αναγωγές. Οι εφημερίδες ξεσήκωσαν τον κόσμο, έγιναν διαδηλώσεις, και σε τρεις εβδομάδες στο σχολείο έκλεισε οριστικά.
Όχι τυχαία, τις ίδιες ημέρες γινόταν στη Βουλή η συζήτηση του γλωσσικού ζητήματος, που κατέληξε στη συνταγματική κατοχύρωση της καθαρεύουσας, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.
Όσο για τον Δελμούζο και αρκετούς συνεργάτες του, αυτοί παραπέμφθηκαν σε δίκη, γιατί δίδασκαν ότι «ότι δεν υπάρχει Θεός, … ο άνθρωπος εδημιουργήθη υπό πιθήκων, ότι ο Θεός είναι ένα αγκούρι [sic & wtf], ότι η πατρίς είναι πόρνη και στρίγγλα μητρυιά και η θρησκεία μαστρωπός».
Η δίκη έγινε το 1914, στο εφετείο του Ναυπλίου, και αθώωσε κατά πλειοψηφία τους κατηγορούμενους. Δεν είμαι βέβαιος ότι σήμερα θα ξεμπέρδευαν τόσο εύκολα.
I was very sad to learn that Prof. Michael Hoey passed away on Friday (10/9). I knew Michael indirectly, as he had supervised one of my PhD supervisors, and directly since he graciously accepted our invitation to deliver a plenary in Graz.
Prof. Hoey has been described as having “all the graces and none of the airs of a processor”. He was a man with an incredibly sharp mind, unique wit and profound intellectual generosity.
In linguistics, he will be remembered for all his work in corpus and text linguistics and for advancing our understanding of how text is produced. Others have outlined his contributions more eloquently than I can:
Amusingly (or not), five decades later, Barbara Fredrickson, a famous psychologist, and Marcial Losada, an unknown mathematician, decided to use Lorenz’s equation to solve the perennial philosophical question: how can I be consistently happy?
Whether one can (or should) always be happy is a different question, and one would have assumed that the psychologists in question would have reflected on this, but they didn’t.
(@emmyzen has written a lot of interesting stuff on this; so you might want to follow up on her work)
Anyway, what they did find out after they had run their equations was that if you had exactly 2.9013 more positive experiences than negative ones, you would be able to flourish.
In the 1950s Lorenz was working on mathematical models that might forecast the weather. He correctly assumed that the advent of powerful computers would make it feasible to run such equations, and hopefully to predict weather patterns.
This way of thinking —determinism— was not new: Several centuries earlier Laplace asserted that if “an intelligence” were vast enough, and if it had knowledge of the laws of nature and the current state of things, it should be able to deduce past and future with precision.
Back to the 1950s: Lorenz knew he didn’t have the computing power he needed for real-life weather prediction, but he developed a “proof of concept” meteorological model with just half a dozen “laws” and only a few variables (e.g. temperature, air pressure etc.)
Ενοχλητική χρήση της γλώσσας είναι να παρουσιάζεις ως επίκαιρη «έρευνα» μια δημοσκόπηση που έγινε προ εικοσαετίας, με κλεμμένη ιδέα, για τηλεοπτικό κανάλι.
Ότι οι γλώσσες συναντιούνται, επηρεάζονται η μια από την άλλη, ανταλλάσσουν λέξεις, και τα λοιπά, το έχουμε πει. Ένα παράδειγμα που μας δείχνει ότι αυτή η διεργασία δεν απειλεί και δεν καταστρέφει τις γλώσσες μας το δίνουν τα αγγλικά.
Για το παράδειγμα αυτό θα πάμε πίσω στο χρόνο, στις αρχές της προηγούμενης χιλιετίας. Στην Αγγλία κατοικούν διάφορα γερμανικά κυρίως φύλα, όπως οι Άγγλοι και οι Σάξονες. Η γλώσσα τους μοιάζει με τα γερμανικά. Στην εικόνα, το «Πάτερ Ημών» στα Παλαιά Αγγλικά.
Το 1066, εισβάλλουν στη Βρετανία οι Νορμανδοί, από την περιοχή που σήμερα λέμε Βόρεια Γαλλία. Σκοπός τους δεν ήταν να διώξουν τους Αγγλοσάξονες, αλλά να βάλουν στο θρόνο τον Δούκα της Νορμανδίας Γουλιέλμο, τον αποκαλούμενο Κατακτητή (αλλά και Μπάσταρδο)
Ο λόγος που έκλεισαν τα σχολεία είναι γιατί δεν έγινε καμία προσπάθεια να λειτουργήσουν με ασφάλεια.
Κλείνουν γιατί, ενώ υπήρχαν μήνες για προετοιμασία, δεν έγινε αναμόρφωση του προγράμματος ώστε να μην μετακινούνται εκπαιδευτικοί από σχολείο σε σχολείο, από τη Θεσσαλονίκη στις Σέρρες, από τα Γιάννενα στην Κόνιτσα, κ.ο.κ.
Κλείνουν γιατί, ενώ -υποτίθεται πως- ο μέσος όρος μαθητών ανά τμήμα ήταν 17, δεν έγιναν προσλήψεις για σπάσουν τα -υποτίθεται- λίγα τμήματα όπου υπήρχε συνωστισμός.